Όλα τα νέα στην ώρα τους
Lifestyle, Gossip, Celebrity News

H ομηρία που συγκλόνισε την Ελλάδα γίνεται ταινία

H ομηρία που συγκλόνισε την Ελλάδα γίνεται ταινία. O Ορφέας Αυγουστίδης στον πρωταγωνιστικό ρόλο του Σορίν Ματέι

H ομηρία που συγκλόνισε την Ελλάδα γίνεται ταινία. Η Ελλάδα σταμάτησε να αναπνέει εκείνο το απόγευμα του Σεπτεμβρίου του 1998. Μια τηλεοπτική σύνδεση σε πραγματικό χρόνο, μια χειροβομβίδα, τέσσερις ώρες μαρτυρικής ομηρίας και ένα φιάσκο που άφησε ανεξίτηλο σημάδι στην πολιτική και αστυνομική ιστορία της χώρας. Η ταινία «Τελευταία Κλήση» έρχεται για να φωτίσει τις σκιές μιας τραγωδίας που έσπασε όλα τα όρια μεταξύ ενημέρωσης και θεάματος.

H ομηρία που συγκλόνισε την Ελλάδα γίνεται ταινία

 

Η αληθινή ιστορία του Σορίν Ματέι, του Ελληνορουμάνου δραπέτη που κατέλαβε διαμέρισμα στα Κάτω Πατήσια κρατώντας ομήρους μια οικογένεια υπό την απειλή χειροβομβίδας, συγκλόνισε την κοινή γνώμη. Η ταινία «Τελευταία Κλήση» έρχεται να ζωντανέψει με μυθοπλαστική μορφή μια από τις πιο σοκαριστικές υποθέσεις της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας: την υπόθεση του Σορίν Ματέι.

Το γεγονός συνέβη στα Κάτω Πατήσια, όταν ο Σορίν Ματέι, δραπέτης και γνωστός στις Αρχές, κατέλαβε διαμέρισμα και κράτησε όμηρους τα μέλη μιας οικογένειας, απειλώντας τα με χειροβομβίδα. Η υπόθεση απέκτησε εθνική διάσταση καθώς μεταδιδόταν ζωντανά από την τηλεόραση, με το δημοσιογράφο Νίκο Ευαγγελάτο να συνομιλεί με το δράστη σε απευθείας σύνδεση. Αξιωματούχοι της αστυνομίας παρενέβαιναν στην κάλυψη του γεγονότος, ενώ η τετράωρη ομηρία εξελισσόταν μπροστά στα μάτια των τηλεθεατών.

Η κινηματογραφική απόδοση αυτής της υπόθεσης, με τίτλο «Τελευταία Κλήση», σε σκηνοθεσία του Sherif Francis και σενάριο του ίδιου με τη σεναριογράφο Κατερίνα Μπέη, δεν προσπαθεί να αναπαραστήσει με ακρίβεια τα πραγματικά γεγονότα. Αντίθετα, χρησιμοποιεί τα βασικά στοιχεία της ιστορίας για να εξετάσει βαθύτερες ψυχολογικές και κοινωνικές πτυχές. Η δράση μεταφέρεται στο έτος 2000, την παραμονή της Πρωτοχρονιάς, ενώ η υπόθεση ξεκινά με την κλοπή πυρομαχικών από ένα στρατόπεδο.

Ρένια Λουιζίδου και Ορφέας Αυγουστίδης κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων.

 

Η ταινία βασίζεται σε πραγματικά περιστατικά.

 

H ομηρία που συγκλόνισε την Ελλάδα γίνεται ταινία

H ομηρία που συγκλόνισε την Ελλάδα γίνεται ταινία

H ομηρία που συγκλόνισε την Ελλάδα γίνεται ταινία
Η πολυκατοικία της οδού Νιόβης όπου έλαβε χώρα το τραγικό περιστατικό.

 

 

H ομηρία που συγκλόνισε την Ελλάδα γίνεται ταινία
O Ρουμάνος Σορίν Ματέι βρέθηκε νεκρός στο νοσοκομείο των φυλακών Κορυδαλλού.

 

H ομηρία που συγκλόνισε την Ελλάδα γίνεται ταινία
Η Αμαλία Γκινάκη κατέληξε στον «Ερυθρό Σταυρό» 17 ημέρες μετά το αιματηρό επεισόδιο.

 

Ο Ορφέας Αυγουστίδης ενσαρκώνει ένα χαρακτήρα βασισμένο στον πραγματικό Ματέι, χωρίς όμως να αναφέρεται το αληθινό του όνομα. Στην ταινία, ο δράστης κρατά όμηρο μια τετραμελή οικογένεια σε διαμέρισμα στο Παγκράτι και απαιτεί να εμφανιστεί σε τηλεοπτικό δελτίο ειδήσεων, απειλώντας πως θα τινάξει τους πάντες στον αέρα. Παράλληλα, οι θεατές παρακολουθούν και τα τεκταινόμενα μέσα στον τηλεοπτικό σταθμό, όπου δημοσιογράφοι, ρεπόρτερ και διευθυντές ειδήσεων αγωνιούν, παρεμβαίνουν και -συχνά- παρασύρονται από τη δύναμη της εικόνας.

Στο καστ συμμετέχουν πολλοί γνωστοί ηθοποιοί: Ο Γιώργος Μπένος στο ρόλο του δημοσιογράφου που συνομιλεί με τον κακοποιό, ο Δημήτρης Λάλος ως ανώτατος αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, η Μαρία Ναυπλιώτου ως ρεπόρτερ και ο Νίκος Ψαρράς ως διευθυντής ειδήσεων. Η Καλλιόπη Χάσκα υποδύεται τη μητέρα της οικογένειας των ομήρων, ενώ εμφανίζονται επίσης οι Ρένια Λουιζίδου, Ερρίκος Λίτσης, Πολύδωρος Βογιατζής, Βασίλης Ρίσβας, Θοδωρής Σκυφτούλης, Γιάννης Καράμπαμπας και Ράσμη Τσόπελα.

Η ταινία αποτελεί το πρώτο μεγάλου μήκους εγχείρημα του σκηνοθέτη Sherif Francis, ο οποίος δηλώνει πως στόχος του ήταν να μεταφέρει στο κοινό το βίωμα του σοκ, της σύγχυσης και της ανησυχίας που ένιωσαν οι πολίτες τότε, παρακολουθώντας την υπόθεση σε πραγματικό χρόνο. Όπως σημειώνει, δεν ήθελε να αναπαραστήσει το τι έγινε, αλλά να διερευνήσει το «γιατί» – γιατί τα ΜΜΕ αποφασίζουν να δώσουν φωνή σε έναν εγκληματία, γιατί το κράτος αποτυγχάνει να προστατέψει τους πολίτες του και τι ωθεί κάποιον να φτάσει σε τέτοιο σημείο απελπισίας.

Η «Τελευταία Κλήση» χρησιμοποιεί δύο βασικούς χώρους ως επίκεντρο της δράσης: το διαμέρισμα της ομηρίας και το στούντιο του τηλεοπτικού σταθμού. Εκεί ξεδιπλώνονται οι παράλληλες ιστορίες των χαρακτήρων, που βιώνουν -καθένας από τη δική του θέση- μια κρίσιμη στιγμή. Η σκηνοθεσία βασίζεται ιδιαίτερα στην υποκριτική των ηθοποιών, καθώς το σενάριο απαιτεί συναισθηματικό βάθος και αυξανόμενη ένταση, όπως συμβαίνει και στην πραγματικότητα σε καταστάσεις κρίσης.

Η ταινία δεν παραμένει σε επίπεδο γεγονότων, αλλά εισχωρεί στα συναισθήματα και τις σκέψεις των ηρώων. Καθώς περνάει ο χρόνος, όλοι οι εμπλεκόμενοι -δημοσιογράφοι, αστυνομικοί, θύματα και δράστης- περνούν, συνειδητά ή ασυνείδητα, από τα πέντε στάδια του πένθους: άρνηση, θυμό, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη και αποδοχή. Ο ρυθμός της ταινίας ακολουθεί τον παλμό της καρδιάς, που επιταχύνεται όσο πλησιάζει η κορύφωση και σταματά απότομα στο τραγικό φινάλε.

Η «Τελευταία Κλήση» δεν είναι ντοκιμαντέρ, αλλά ούτε και μια απλή ταινία δράσης. Είναι ένα ψυχολογικό θρίλερ που, αν και εμπνευσμένο από την υπόθεση Ματέι, προσεγγίζει ευρύτερα ζητήματα: το ρόλο των ΜΜΕ, την εξουσία της εικόνας, την αστυνομική ανεπάρκεια, αλλά και την εσωτερική κατάρρευση ενός ατόμου.

Η ταινία αναμένεται να κυκλοφορήσει στις 19 Μαρτίου 2026 και ήδη έχει προκαλέσει συζητήσεις. Ο Sherif Francis, που δηλώνει ότι είχε ζήσει ως παιδί την πραγματική υπόθεση μέσα από την τηλεόραση, ήθελε να δημιουργήσει μια ταινία που θα συγκινήσει, θα προβληματίσει και θα κρατήσει το θεατή καθηλωμένο από την πρώτη μέχρι την τελευταία σκηνή. Όπως λέει, «η ταινία δεν είναι για το παρελθόν. Είναι για το παρόν. Για όλα όσα κουβαλάμε ακόμα μέσα μας, χωρίς ίσως να το ξέρουμε».

Το φιάσκο της οδού Νιόβης

Στις 23 Σεπτεμβρίου 1998, ο Ρουμάνος Σορίν Ματέι τηλεφώνησε στον τηλεοπτικό σταθμό ΣΚΑΪ, ζητώντας να μιλήσει στο δελτίο ειδήσεων. Ο τότε διευθυντής ειδήσεων Σταμάτης Μαλέλης διαβίβασε το μήνυμα στον παρουσιαστή του κεντρικού δελτίου Νίκο Ευαγγελάτο.

Ο Ματέι δήλωσε ότι κρατούσε τέσσερα άτομα ομήρους σε διαμέρισμα στην οδό Νιόβης 4 στα Κάτω Πατήσια και πως είχε στα χέρια του απασφαλισμένη χειροβομβίδα. Ζωντανά στον αέρα απειλούσε την αστυνομία ότι, σε περίπτωση επέμβασης, θα τους ανατίναζε όλους μαζί. Ζήτησε 500.000 δολάρια για να διαφύγει και παραδέχτηκε ότι είχε κάνει χρήση ηρωίνης λίγο πριν.

Η κατάσταση στο κανάλι ήταν χαοτική. Η αστυνομία δεν είχε ακόμη δώσει οδηγίες για το πώς να χειριστούν τη μετάδοση. Πέρασε σχεδόν μία ώρα μέχρι να δοθεί η εντολή να συνεχιστεί η συνομιλία με τον Ματέι, καθώς διαπιστώθηκε ότι του ασκούσε κατευναστική επίδραση.

Ο τότε διευθυντής της Αστυνομίας Αθηνών Θεόδωρος Παπαφίλης ανέλαβε τις πρώτες διαπραγματεύσεις, ενώ λίγο αργότερα κατέφθασε στον ΣΚΑΪ και ο υπαρχηγός της ΕΛΑΣ Θεόδωρος Πλάκας, για να κατευθύνει την κατάσταση.

Εν τω μεταξύ, δεκάδες πολίτες και αστυνομικοί είχαν συγκεντρωθεί κάτω από το διαμέρισμα, χωρίς καν να έχει αποκλειστεί η περιοχή. Ο Ματέι, που ένιωθε να τον εγκαταλείπουν οι δυνάμεις του, βγήκε στο μπαλκόνι ζητώντας αμφεταμίνες για να μείνει σε εγρήγορση. Αντί γι’ αυτό, του έδωσαν υπνωτικά χάπια, προσπαθώντας να τον εξαπατήσουν. Εκείνος κατάλαβε την απάτη, έδωσε τα χάπια στην όμηρο Αμαλία Γκινάκη για να διαβάσει την ετικέτα και, όταν του επιβεβαίωσε τι ήταν, εξοργισμένος άρχισε να απειλεί φωνάζοντας στο μπαλκόνι.

Οι αστυνομικοί θεωρούσαν πως η χειροβομβίδα του ήταν ψεύτικη, ευελπιστώντας να καταρρεύσει από τα υπνωτικά. Αλλά το σχέδιο δεν είχε αποτέλεσμα.

Η υπόθεση ξεκίνησε λίγες μέρες νωρίτερα. Ο Ματέι, που είχε αποκτήσει το παρατσούκλι «Πεταλούδας» λόγω των αλλεπάλληλων αποδράσεών του από τα δεκαπέντε του, είχε διαφύγει πρόσφατα από αστυνομική επιχείρηση στη Χαλκίδα. Εκεί, είχε πάρει όμηρο έναν αστυνομικό, με τον οποίο κατέβηκε στον Πειραιά και τελικά δραπέτευσε. Η υπόθεση είχε φέρει σε δύσκολη θέση την αστυνομία, και η σύλληψή του είχε γίνει θέμα τιμής.

Τελικά, εντοπίστηκε ξανά στο υπόγειο διαμέρισμα μιας φίλης του -η οποία έκανε επίσης χρήση ουσιών- στην οδό Νιόβης. Η αστυνομία τον παρακολουθούσε και το απόγευμα της 23ης Σεπτεμβρίου θεώρησε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή για επέμβαση. Με εντολή του εισαγγελέα Σακκά, δόθηκε η οδηγία να μη χρησιμοποιηθούν πυροβόλα κατά την επέμβαση.

Οι άνδρες των ΕΚΑΜ εισέβαλαν στο διαμέρισμα της φίλης του. Εκείνος βρισκόταν ξαπλωμένος, υπό την επήρεια ουσιών. Παρά την αρχική έκπληξή του, κατάφερε να διαφύγει μέσα από το φωταγωγό και να φτάσει σε διαμέρισμα του πρώτου ορόφου, όπου κρατούσε όμηρους τα μέλη της οικογένειας Γκινάκη. Χρησιμοποιώντας κορδόνια παπουτσιών έδεσε τους καρπούς της Αμαλίας, τον ένα με το χέρι του αρραβωνιαστικού της και τον άλλο με το δικό του. Αμέσως μετά τηλεφώνησε στον ΣΚΑΪ και ξεκίνησε το πολυσυζητημένο τηλεοπτικό θρίλερ.

Στις εννέα το βράδυ κατέφθασε στον τόπο του περιστατικού ο αρχηγός της ΕΛΑΣ Αθανάσιος Βασιλόπουλος. Παρά το γεγονός ότι η φίλη του Ματέι ήταν εμφανώς υπό την επήρεια ουσιών, οι αστυνομικές αρχές έδωσαν βάση στα λεγόμενά της, καθώς υποστήριξε πως η χειροβομβίδα ήταν ψεύτικη. Οι προειδοποιήσεις άλλων αστυνομικών, ότι ίσως έκαναν λάθος, αγνοήθηκαν.

Επιχείρηση εφόδου

Δόθηκε εντολή να σταματήσει η ζωντανή σύνδεση, απομακρύνθηκαν τα τηλεοπτικά συνεργεία και άρχισε να οργανώνεται επιχείρηση εφόδου. Παρά τη σύγχυση και την κακή οργάνωση, ξεκίνησε η επέμβαση, στην οποία συμμετείχε και ο ίδιος ο αρχηγός της αστυνομίας. Ο Ματέι είχε ήδη αφήσει ελεύθερη τη μητέρα της οικογένειας και νωρίτερα το γιο. Κατά την έφοδο, οι αστυνομικοί τράβηξαν βίαια τον αρραβωνιαστικό της Αμαλίας, σπάζοντας το κορδόνι που τους ένωνε, και κατάφεραν να τον απεγκλωβίσουν. Όμως, ο Ματέι κράτησε κοντά του την Αμαλία, η οποία φώναζε πανικόβλητη «μη».

Παρότι η ζωντανή επικοινωνία είχε διακοπεί, το τηλέφωνο του Ματέι παρέμενε ανοιχτό. Όλες οι εξελίξεις -οι φωνές, η ένταση και η μοιραία έκρηξη- μεταδόθηκαν σε πραγματικό χρόνο από το δελτίο ειδήσεων. Η χειροβομβίδα εξερράγη με τραγικές συνέπειες.

Οι αστυνομικές αρχές ισχυρίστηκαν πως ο Ματέι τοποθέτησε τη χειροβομβίδα στο σορτσάκι της Αμαλίας και την έσπρωξε προς τους αστυνομικούς. Οι συγγενείς της ανέφεραν ότι η έκρηξη σημειώθηκε ακριβώς πίσω της. Ανεξαρτήτως εκδοχής, η κοπέλα υπέστη βαρύτατους τραυματισμούς και κατέληξε στον «Ερυθρό Σταυρό» 17 ημέρες μετά.

Η έκρηξη τραυμάτισε επίσης τον αρχηγό της ΕΛΑΣ και τέσσερις ακόμη αστυνομικούς. Ένας από αυτούς, ο οδηγός του αρχηγού, έχασε το ένα του πόδι. Ο Ματέι τραυματίστηκε ελαφρά και μεταφέρθηκε αρχικά στον «Ερυθρό Σταυρό», όπου του χορηγήθηκαν ισχυρά υπνωτικά. Λίγες ημέρες αργότερα, μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο του Κορυδαλλού.

Στις 26 Σεπτεμβρίου βρέθηκε νεκρός. Η νεκροτομή απέδωσε το θάνατό του σε πνιγμό από εισρόφηση γαστρικού υγρού, σε συνδυασμό με ισχυρή καταστολή. Οι γιατροί τού είχαν δώσει υπνωτικά σε υπερβολική δόση. Ο ιατρός του Κορυδαλλού δήλωσε πως η δόση που βρέθηκε στο αίμα του ήταν υπερβολική για ανθρώπινο οργανισμό.

Παρά την τραγικότητα της υπόθεσης, κανείς δεν τιμωρήθηκε ουσιαστικά. Ο μόνος που βρέθηκε στο εδώλιο ήταν ο αρχηγός της ΕΛΑΣ, ο οποίος καταδικάστηκε το 2003 για ανθρωποκτονία από αμέλεια σε 12 μήνες φυλάκιση με αναστολή. Το 2005, το Εφετείο τον αθώωσε. Το ΕΣΡ επέβαλε πρόστιμο 50 εκατ. δραχμών στον ΣΚΑΪ για τον τρόπο μετάδοσης των γεγονότων.

 

Google News icon
Ακολουθήστε την ontime24 στο Google News!