Πέθανε ο κριτικός και δημοσιογράφος Δημήτρης Ραυτόπουλος
Το μήνυμα από την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη
Πέθανε ο κριτικός Δημήτρης Ραυτόπουλος. Σε ηλικία 101 ετών άφησε την τελευταία του πνοή ο κριτικός, δοκιμιογράφος και δημοσιογράφος, Δημήτρης Ραυτόπουλος. Πληροφορούμενη την απώλειά του, η υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη έκανε την ακόλουθη δήλωση: «Με θλίψη πληροφορήθηκα την απώλεια του Δημήτρη Ραυτόπουλου, ενός κορυφαίου κριτικού με μακρόχρονη και καταλυτική παρουσία στα μεταπολεμικά μας Γράμματα.
Ο Δημήτρης Ραυτόπουλος διακρίθηκε από νωρίς για την ευχέρεια της γραφής του, την άνεση της κίνησής του στο πεδίο των ιδεών, τη σαφή και αμερόληπτη ανάπτυξη των θέσεων του. Ιδιότητες που καλλιέργησε σταθερά, ήδη από την πρώιμη εμφάνισή του στα Γράμματα, στο σημαντικό περιοδικό “Επιθεώρηση Τέχνης”, έως τη μεταγενέστερη κριτικογραφία και δοκιμιογραφία του.
Στρατευμένος από νωρίς στην Αριστερά, είχε την τόλμη να αποστεί από νωρίς από το δογματισμό, να αναθεωρήσει και δικές του θέσεις, να συνομιλήσει γόνιμα και με ανθρώπους της αντίπερα ιδεολογικής όχθης, να αρθρώσει γενναίο, ουσιαστικό και πάντοτε αδέκαστο λόγο για τα δημόσια πράγματα. Ο Δημήτρης Ραυτόπουλος συνέβαλε καθοριστικά στην ανανέωση της κριτικής και στην αναγωγή της σε ισότιμο είδος της γραμματολογίας μας. Στην οικογένειά του και τους φίλους του απευθύνω ειλικρινέστατα συλλυπητήρια».
Δημήτρης Ραυτόπουλος: Η ζωή και το έργο του
Ο Δημήτρης Ραυτόπουλος γεννήθηκε στον Πειραιά το 1924 και από τα εφηβικά του χρόνια αναμείχθηκε στις κινήσεις της πολιτικής νεολαίας της Αριστεράς. Το 1944 έγινε δεκτός στο Τμήμα Χημείας της Φυσικομαθηματικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά δεν ολοκλήρωσε ποτέ τις σπουδές του. Αρθρογραφούσε στο περιοδικό της ΕΠΟΝ Νέα Γενιά (1944–1945) και υπήρξε συντάκτης της εφημερίδας του ΕΑΜ Ελεύθερη Ελλάδα (1946–1947).
Κατά την περίοδο 1947–1952, εξορίσθηκε στην Ικαρία, τη Μακρόνησο και τον Άγιο Ευστράτιο. Μετά τη χαλάρωση των μετεμφυλιακών μέτρων, εργάστηκε στις εφημερίδες «Η Αυγή» (1952–1967), «Ελεύθερος», «Ώρα» (1955–1956). Μαζί με τον Κώστα Κουλουφάκο, τον Τίτο Πατρίκιο, τον Κώστα Πορφύρη κ.ά., συμμετείχε στη συντακτική ομάδα του περιοδικού «Επιθεώρηση Τέχνης».
Κατά την περίοδο της Δικτατορίας (1967–1974), διέφυγε στη Γαλλία. Εκεί εργάστηκε ως συντάκτης στο Λεξικό Robert και συμμετείχε στο αφιέρωμα του περιοδικού «Temps Modernes» στην Ελλάδα το 1969, συνθέτοντας μία ανθολογία κειμένων από διωχθέντες συγγραφείς. Παρακολούθησε μαθήματα στην Ecole Pratique des Hautes Etudes του Παρισιού.
Μετά τη μεταπολίτευση, ανέλαβε τη διεύθυνση του περιοδικού «Ηριδανός», το οποίο με τα αφιερώματά του πραγματοποίησε ανοίγματα προς νέες τάσεις της λογοτεχνίας. Παράλληλα, έγραφε επιφυλλίδες στην Αυγή (1977–1980) και εργάστηκε ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα Απογευματινή (1976–1981). Αποτέλεσε ιδρυτικό μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων.
Το 1989, βραβεύθηκε για τη δημοσιογραφική του δουλειά από το Ίδρυμα Προαγωγής της Δημοσιογραφίας Αθανασίου Μπότση. Τιμήθηκε το 1997 με το Κρατικό Βραβείο Δοκιμίου-Κριτικής για το έργο του Άρης Αλεξάνδρου, ο εξόριστος. Το 2008, έλαβε το Βραβείο «Διδώ Σωτηρίου» της Εταιρείας Συγγραφέων, ενώ την ίδια χρονιά αναγορεύτηκε επίτιμος δρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Το 2014, έλαβε το Μεγάλο Βραβείο Γραμμάτων για το σύνολο του έργου του. Επίσης για το συνολικό του έργο, έλαβε το Βραβείο Δοκιμίου-Μελέτης του Ιδρύματος Κώστα και Ελένης Ουράνη της Ακαδημίας Αθηνών το 2017.