Γωγώ Ατζολετάκη: Όταν «έφυγε»… γκρεμίστηκα
Γωγώ Ατζολετάκη: Όταν «έφυγε»… γκρεμίστηκα. Η ηθοποιός σε μια εξομολόγηση ψυχής στην “ON Time Σαββατοκύριακο”
Γωγώ Ατζολετάκη: Όταν «έφυγε»… γκρεμίστηκα. Είναι «χορτασμένη» και ευτυχισμένη. Και πώς να μην είναι, αφού ό,τι κι αν έχει κάνει έγινε επιτυχία, καθώς δουλεύει με πάθος, ακόμα και τώρα που έχει κλείσει 50 χρόνια στο θεατρικό χώρο. Η Γωγώ Ατζολετάκη από νεαρή ηλικία προκαλούσε… ταραχές με την ομορφιά της, αλλά δεν στάθηκε εκεί.
Γωγώ Ατζολετάκη: Όταν «έφυγε»… γκρεμίστηκα
Απέδειξε πως είχε πολλά να δώσει μέσα από την ψυχή της, τα χάρισε απλόχερα και εξακολουθεί να το κάνει. Υπήρξε «εργάτρια» του θεάτρου, που παρά τις μεγάλες επιτυχίες δεν επαναπαύτηκε στις δάφνες της∙ σταρ της τηλεόρασης, που σφράγισε μια ολόκληρη εποχή, αλλά και πετυχημένη ραδιοφωνική παραγωγός και συγγραφέας. Και φυσικά, με καθετί που λέει, είναι ένας χείμαρρος συναισθημάτων και πράξεων που «χαϊδεύουν» την καρδιά της. Η ίδια μίλησε στην «ΟN time Σαββατοκύριακο» για όλα αυτά που την καθόρισαν, την ομορφιά, την τρέλα του έρωτα, το πάθος και τα… πατώματα, τον άνευ όρων θαυμαστή της που, όταν τον έχασε… γκρεμίστηκε, το θάνατο της αδελφής της, το χέρι της Παναγίας που την προστάτεψε και το σχέδιο του Θεού, τις μεγάλες ανατροπές στη ζωή της, τη δημοσιότητα, αλλά και την ενδοοικογενειακή βία, δίνοντας ένα μάθημα ζωής στις γυναίκες.
Ως παιδί, οι γονείς σου σε μεγάλωσαν σαν βασίλισσα. Κόρη γυμνασιάρχου, του Στέφανου και της Πιπίτσας -όπως λέγατε τη μητέρα σου Δέσποινα-, δύο υπέροχους γονείς, όπως μου έχεις πει.
Έτσι ακριβώς. Και, δόξα τω Θεώ, τους είχα για πολλά χρόνια. Ο πατέρας μου «έφυγε» 91 χρονών και η μητέρα μου 93. Είμαστε «κορακοζώητο» σόι (γέλια). Πήρα πολύ ωραία στοιχεία και αρχές από τους γονείς μου. Τη γλύκα και τη δοτικότητα, θεωρώ ότι τα πήρα από τη μητέρα μου γιατί έτσι ήταν, ο άνθρωπος με την ανοιχτή πόρτα, να φιλοξενήσει, να μαγειρέψει για πενήντα άτομα, ακούραστη στο «δούναι». Όποιος συγγενής ερχόταν τότε στη Σητεία με το καράβι από την Αθήνα, κατευθείαν από το λιμάνι ήξερε ότι τον περιμέναμε σπίτι μας. Το μισό χρόνο εμείς τα παιδιά κοιμόμασταν στρωματσάδα στο σαλόνι μας, διότι τα κρεβάτια μας ήταν κατειλημμένα από τους συγγενείς, που κάθε τρεις και λίγο έρχονταν στο σπίτι μας. Όλη αυτή τη δοτικότητα και την ανάγκη για προσφορά -γιατί την έχω και δεν μπορώ να μην το πω, δηλαδή, αν περάσει μια βδομάδα και δεν προσφέρω κάτι, δεν νιώθω καλά-, την έχω πάρει από τη μητέρα μου. Δηλαδή, θέλω πάντα κάτι να προσφέρω, έστω και μικρό. Από την άλλη μεριά, ο πατέρας μου Στέφανος ήταν κι εκείνος ένας εξαιρετικός και γλυκύτατος άνθρωπος, αλλά είχε λίγο «ενδυθεί» την αυστηρότητα του καθηγητή.
Όμως, αν και ήταν αυστηρός ο πατέρας σου, κατάφερες κάτι που δεν ήταν καθόλου εύκολο για ένα κορίτσι εκείνη την εποχή, να πας σε διαγωνισμό ομορφιάς και να γίνεις ηθοποιός.
Ο πατέρας μου ήταν θεατρόφιλος και τόσο πολύ αφοσιωμένος στον τομέα των πνευματικών αναζητήσεων, γιατί ήταν φιλόλογος, που νομίζω ότι το χάρηκε όταν αποφάσισα να γίνω ηθοποιός. Ο πατέρας μου ήταν προσωπικός φίλος του Νίκου Χατζίσκου, του Δημήτρη Μυράτ, καθηγητής της Έλλης Λαμπέτη. Μάλιστα, κάποια στιγμή η Έλλη με πολλή συγκίνηση του υπέγραψε σε ένα πρόγραμμα με την αφιέρωση: «Στον αγαπημένο μου καθηγητή, κύριο Στέφανο Ατζολετάκη». Ο πατέρας μου μας πήγαινε συνεχώς στο θέατρο, σχεδόν κάθε εβδομάδα στις μυθικές παραστάσεις του Μυράτ, του Μουσούρη, της Λαμπέτη και άλλων σπουδαίων ηθοποιών. Έχω την αίσθηση ότι ο πατέρας μου σε όλη του τη ζωή με καμάρωνε. Κι όταν «έφυγε» … γκρεμίστηκα γιατί τον θεωρούσα δεδομένο. Ήταν ο βράχος της οικογένειας και θεωρούσα ότι αυτός ο βράχος θα μείνει για πάντα ακλόνητος. Το θεωρείς δεδομένο για όλη σου τη ζωή. Κι ακριβώς επειδή ήταν μεγάλος και εγώ είχα μεγαλώσει, πίστευα ότι έτσι θα ήταν η ζωή μας. Όταν λοιπόν «έφυγε», πρώτον έχασα αυτό το δεδομένο και δεύτερον έχασα τον… καθρέφτη μου. Δηλαδή, ο πατέρας μου ήταν ο μεγαλύτερος θαυμαστής μου και ό,τι έκανα, το επικροτούσε. Ερχόταν στις παραστάσεις μου, ασχολιόταν μαζί μου, έπαιρνε φίλους του και τους έλεγε ότι θα εμφανιζόμουν σε κάποια εκπομπή στην τηλεόραση για να με δουν, ήταν πολύ ενεργός στη ζωή μου. Πάντα με έβλεπε υπέροχη. Όταν τον έχασα, έλεγα: «Τώρα εμένα ποιος θα με θαυμάζει τόσο πολύ; Ποιος θα με αποδέχεται τόσο πολύ;» (η φωνή της «σπάει»). Είναι πολύ σημαντικό να έχεις έναν άνθρωπο στη ζωή σου που να σε αποδέχεται, ό,τι κι αν κάνεις. Η μαμά μου ήταν πιο επικριτική. Καμιά φορά μου τα ’λεγε. Ο πατέρας μου ήταν ο άνευ όρων θαυμαστής μου.
Τρία κορίτσια στην οικογένεια.
Ναι. Δυστυχώς, πλέον μόνο δύο. Η αδελφούλα μου Ελένη -η μεγάλη μου αδελφή, κι αυτή φιλόλογος σαν τον μπαμπά μας- πέθανε πριν από δύο χρόνια. Τώρα έχω μόνο τη Ρίτα μου… Ήταν κι αυτό ένα πολύ δυνατό χτύπημα, αλλά μετά το θάνατο του μπαμπά μου το 2001 και της μαμάς μου το 2011 είχα λίγο συνηθίσει στις απώλειες των πολύ αγαπημένων μου προσώπων κι επειδή η αδελφή μου Ελένη ταλαιπωρήθηκε πολύ από τον καρκίνο, είπα «καλύτερα που “έφυγε”». Η ζωή της θα ήταν δραματική αν ζούσε (κομπιάζει). Τέλος πάντων, αυτές είναι οι βουλές του Κυρίου, δεν μπορούμε να υπεισέλθουμε σε αυτά…
Η συνέχεια στην “ON Time Σαββατοκύριακο”.