Η κ. Μαρία γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1918 από γονείς Μικρασιάτες και το 1922 με τον μεγάλο διωγμό της Μικρασιατικής καταστροφής ήρθε με τους γονείς της στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκαν στη Στύψη στη Μυτιλήνη. Εκεί η κ. Μαρία έζησε την υπόλοιπη ζωή της, αποκτώντας δύο παιδιά που με τη σειρά τους, της πρόσφεραν το ύψιστο δώρο της ζωής. Σήμερα έχει 3 εγγόνια και 5 δισέγγονα.
Μυτιλήνη: Η γιαγιά Μαρία είναι 107 ετών!
Μιλώντας στην ΕΡΤ, η κ. Μαρία μοιράστηκε τα μυστικά της μακροζωίας της, λέγοντας χαρακτηριστικά πως πάντα είχε μία ισορροπημένη διατροφή, τρώγοντας απ’ όλα τα φαγητά, σε λογικές ποσότητες, και όχι λαίμαργα. Μάλιστα, χαρακτηριστικά ανέφερε ότι ακόμα κι ένα παξιμάδι με λίγο τυρί, της είναι υπέρ αρκετό.
Η αγάπη για τη θάλασσα
Όπως ανέφερε η κόρη της, Σταυρίτσα Χατζηνικολάου, η κ. Μαρία έχει μεγάλη αγάπη για τη θάλασσα, ενώ μέχρι και πριν δύο χρόνια κολυμπούσε συστηματικά τα καλοκαιρία, με τη βοήθεια των δικών της ανθρώπων.
Κλείνοντας, η κ. Μαρία ανέφερε ότι έχει στη μνήμη της, τις εικόνες του ξεριζωμού των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία, σαν να έγιναν χθες, ενώ με εξαίρεση ένα πολύ μικρό πρόβλημα ακοής, χαίρει άκρας υγείας.
Η κόρη της, Σταυρίτσα Χατζηνικολάου, έγινε αυτήκοος μάρτυρας των γεγονότων που σημάδεψαν την ζωή της υπεραιωνόβιας γιαγιάς.
Δίπλα στην μητέρα της εξιστορεί πως το 1914 κατά τον πρώτο διωγμό των Τούρκων, με το τέλος των Βαλκανικών Πολέμων οι γονείς της Δημήτριος Σκόρδος και Σταυρούλα Μανωλιά έφυγαν από τα Μοσχονήσια και εγκαταστάθηκαν για τέσσερα χρόνια, στην Στύψη, όπου γεννήθηκε και η κ. Μαρία. Επέστρεψαν στον τόπο τους όταν καταλάγιασε ο κουρνιαχτός, και έμειναν παρά το ότι το σπίτι τους είχε σχεδόν καταστραφεί. Έζησαν εκεί έως το 1922, οπότε έφυγαν κυνηγημένοι για δεύτερη φορά κατά την Μικρασιατική καταστροφή.
Ο δρόμος του διωγμού τους έφερε στις Νέες Κυδωνίες, όπου έζησε έκτοτε με την οικογένεια της και έξι αδέλφια. 21 ετών, το 1939 παντρεύτηκε και δημιούργησε την δική της οικογένεια. Σχεδόν νιόπαντρη το 1940 ο σύζυγός της έφυγε για το αλβανικό μέτωπο και όταν γύρισε άρχισε να μεταφέρει με καράβια τους αξιωματικούς που πήγαιναν στο Κάιρο, όπου έμεινε και εκείνος έως το 1945.