Ατμοσφαιρική ρύπανση: Ο σιωπηλός εχθρός των ηλικιωμένων
Ατμοσφαιρική ρύπανση: Ο σιωπηλός εχθρός των ηλικιωμένων. Νέα μελέτη συνδέει τη μακροχρόνια έκθεση στη ρύπανση με μείωση της νοητικής απόδοσης
Ατμοσφαιρική ρύπανση: Ο σιωπηλός εχθρός των ηλικιωμένων. Μια νέα ερευνητική εργασία από το φημισμένο University College London φέρνει στο φως ανησυχητικά ευρήματα για την επίδραση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στον ανθρώπινο εγκέφαλο, εστιάζοντας ιδιαίτερα στους ηλικιωμένους.
Ατμοσφαιρική ρύπανση: Ο σιωπηλός εχθρός των ηλικιωμένων
Σύμφωνα με τη μελέτη, η παρατεταμένη έκθεση σε αυξημένα επίπεδα ρύπων μπορεί να έχει άμεσες και αρνητικές επιπτώσεις στις γνωστικές λειτουργίες των ανθρώπων μεγαλύτερης ηλικίας, επηρεάζοντας σημαντικά την ποιότητα ζωής τους και τη διατήρηση της πνευματικής τους διαύγειας.
Η έρευνα, η οποία δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό περιοδικό The Journals of Gerontology Series A, βασίστηκε σε δεδομένα που συγκεντρώθηκαν από 1.127 άτομα ηλικίας 65 ετών και άνω στην Αγγλία, καλύπτοντας μια περίοδο σχεδόν δέκα ετών (2008-2017). Οι επιστήμονες ανέλυσαν τα επίπεδα ατμοσφαιρικής ρύπανσης στις περιοχές διαμονής των συμμετεχόντων και τα συνέκριναν με τις επιδόσεις τους σε μια σειρά από γνωστικά τεστ, τα οποία μετρούσαν μνήμη, γλωσσική ικανότητα, εκτελεστική λειτουργία και γενική νοητική ικανότητα.
Τα αποτελέσματα ανέδειξαν μια σαφή σύνδεση μεταξύ της έκθεσης σε ρύπους – κυρίως σε διοξείδιο του αζώτου (NO₂) και σε μικροσωματίδια PM2.5 – και της πτώσης στην απόδοση των ηλικιωμένων στα τεστ γνωστικών δεξιοτήτων. Εκείνοι που διέμεναν σε περιοχές με υψηλή ρύπανση εμφάνισαν αισθητά χαμηλότερες επιδόσεις, ιδίως στις δεξιότητες που σχετίζονται με τη γλώσσα, όπως η ταχύτητα ανάκλησης λέξεων ή η ορθότητα στην εκφορά του λόγου.
Αξιοσημείωτο είναι ότι οι ρύποι που προέρχονταν από βιομηχανικές μονάδες, την καύση ορυκτών καυσίμων (όπως άνθρακας και πετρέλαιο), αλλά και από οικιακή θέρμανση, συνδέθηκαν εντονότερα με την επιδείνωση των γλωσσικών λειτουργιών. Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η έκθεση στους συγκεκριμένους ρύπους πιθανώς προκαλεί δυσλειτουργίες στον κροταφικό λοβό του εγκεφάλου, ο οποίος είναι υπεύθυνος για την κατανόηση και την παραγωγή της γλώσσας.
Αν και τα συμπεράσματα είναι σημαντικά και προβληματίζουν, οι ερευνητές αναγνωρίζουν ορισμένους περιορισμούς. Η αξιολόγηση της ρύπανσης βασίστηκε σε ετήσιους μέσους όρους και δεν έλαβε υπόψη τις πιθανές επιδράσεις από βραχυχρόνιες εκθέσεις σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα ρύπων. Επιπλέον, δεδομένου ότι η μελέτη κάλυψε μόνο μια δεκαετία, δεν μπορεί να αποτυπώσει με ακρίβεια τη συνολική διάρκεια και ένταση της έκθεσης των συμμετεχόντων καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους.
Η συγκεκριμένη μελέτη προσθέτει ένα ακόμη λιθαράκι στις αυξανόμενες επιστημονικές ενδείξεις ότι η ποιότητα του αέρα που αναπνέουμε δεν επηρεάζει μόνο τη σωματική, αλλά και τη γνωστική μας υγεία. Οι ηλικιωμένοι, ως πιο ευάλωτη πληθυσμιακή ομάδα, φαίνεται να πλήττονται ιδιαίτερα, γεγονός που ενισχύει την ανάγκη για στοχευμένες πολιτικές καθαρού αέρα και βελτίωση του αστικού περιβάλλοντος.