Πώς θα φτάσετε τα 100; – Οι απαντήσεις βρίσκονται στο αίμα σας
Σουηδοί ερευνητές μελέτησαν δείγματα αίματος από 44.000 ανθρώπους άνω των 60 ετών. Εκατοντάδες από αυτούς είχαν συμπληρώσει τα 100.
Αποδείχθηκε ότι όσοι είχαν φτάσει τα 100, είχαν χαμηλότερα επίπεδα σακχάρου στο αίμα και πιο υγιή νεφρική και ηπατική λειτουργία, όπως έδειξαν τα επίπεδα δύο δεικτών στο αίμα τους.
Πώς θα φτάσετε;
Όσοι έζησαν περισσότερο, είχαν επίσης υψηλότερα επίπεδα ολικής χοληστερόλης.
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι πίσω από αυτές τις διαφορές, βρίσκονται παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως είναι η διατροφή και η κατανάλωση αλκοόλ.
Συνέκριναν 12 βιοδείκτες στους συμμετέχοντες που έφτασαν τα 100 με τους βιοδείκτες αυτών που έζησαν λιγότερο.
Αυτοί περιελάμβαναν ολική χοληστερόλη και σάκχαρο αίματος, δείκτες μεταβολισμού, ουρικό οξύ (δείκτης φλεγμονής), κρεατινίνη (δείκτης νεφρικής λειτουργίας), σίδηρο (δείκτης αναμίας) και αλβουμίνη, μια πρωτεΐνη που μπορεί να συνδέεται με ηπατική ή νεφρική νόσο.
Πρόκειται για τη μεγαλύτερη μελέτη του είδους της μέχρι σήμερα, που συγκρίνει τα επίπεδα διαφορετικών μορίων στο αίμα. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα υψηλότερα επίπεδα σιδήρου και ολικής χοληστερόλης συσχετίστηκαν με υψηλότερες πιθανότητες να φτάσει κάποιος τα 100.
Οι κατευθυντήριες γραμμές του NHS αναφέρουν ότι ένα υγιές επίπεδο ολικής χοληστερόλης πρέπει να είναι 5 millimoles ανά λίτρο (mmol/L) ή λιγότερο. Όμως, τα αποτελέσματα έδειξαν ότι μόνο το 2% των ανθρώπων των οποίων η συνολική χοληστερόλη ήταν 5,2 mmol/L ή χαμηλότερη έζησαν μέχρι τα 100, σε σύγκριση με το 3% όσων είχαν 7,2 mmol/L ή υψηλότερη.
Τα χαμηλότερα επίπεδα σακχάρου, κρεατινίνης, ουρικού οξέος και ηπατικών ενζύμων, συνδέονταν με περισσότερες πιθανότητες να ζήσουν μετά τα 100, είπαν οι ερευνητές.
Όσοι είχαν χαμηλότερο ουρικό οξύ, είχαν 4% πιθανότητες να φτάσουν τα 100, ενώ μόνο το 1,5% όσων είχαν υψηλότερο ουρικό έφτασαν σε αυτή την ηλικία.
Τα ευρήματα έδειξαν ότι δεν υπήρχε σχέση μεταξύ της αλβουμίνης και της πιθανότητας να φτάσει κάποιος τα 100.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, το προφίλ ανοσίας των αιωνόβιων δείχνει «μακρύ ιστορικό έκθεσης σε λοιμώξεις και ικανότητα ανάρρωσης από αυτές».
Οι επιστήμονες από το Ινστιτούτο Καρολίνσκα στη Σουηδία είπαν ότι η μεγάλη διάρκεια ζωής είναι το αποτέλεσμα «σύνθετης αλληλεπίδρασης» μιας σειράς παραγόντων, όπως οι γενετικοί παράγοντες και οι παράγοντες του τρόπου ζωής.
Παρά το γεγονός ότι πολλοί πιστεύουν ότι είναι θέμα τύχης, μελέτες έχουν δείξει ότι όσοι ζουν περισσότερο έχουν λιγότερες υποκείμενες παθήσεις, λιγότερες μέρες νοσηλείας και καλύτερη υγεία εγκεφάλου από εκείνους που ζουν λιγότερο.
Οι ερευνητές αξιολόγησαν δείγματα αίματος από περισσότερους από 44.600 Σουηδούς ηλικίας 64 έως 99 ετών.
Οι ασθενείς παρακολουθήθηκαν έως και 35 χρόνια, μέχρι το 2020.
Τα ευρήματα έδειξαν ότι 1.224 άνθρωποι (2,7%) έζησαν μέχρι τα 100, ενώ το 85% από αυτούς ήταν γυναίκες.