Πίσω από τη λάμψη: Οι κρυφές πτυχές του ελληνικού σινεμά. Το κινηματογραφικό ντεμπούτο του Χάρρυ Κλυνν, δυο πρωταγωνίστριες στο ναυτικό, ο χωροφύλακας Κωνσταντάρας και η αξέχαστη ατάκα του Σταρένιου. Ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος (1950-1970) δεν ήταν απλώς μια μηχανή παραγωγής επιτυχιών. Ήταν ένα ζωντανό εργαστήρι, γεμάτο συμπτώσεις, αντιθέσεις και πρωτοπορίες, όπου η μεγάλη εμπορική επιτυχία κρυβόταν συχνά πίσω από μια παρόμοια ιδέα που είχε αποτύχει λίγο νωρίτερα, ενώ θρυλικές φιγούρες έκαναν τα πρώτα τους δειλά βήματα ή καθιερώνονταν σε συγκεκριμένους, χαρακτηριστικούς ρόλους. Η πορεία κάθε ηθοποιού και κάθε ταινίας ήταν μοναδική, αφήνοντας πίσω της ιστορικές ατάκες και απρόσμενες συγκρίσεις.
Πίσω από τη λάμψη: Οι κρυφές πτυχές του ελληνικού σινεμά
Αυτή η περίοδος ανέδειξε ηθοποιούς που έγιναν θρύλοι, όπως ο Γιάννης Γκιωνάκης, η Ξένια Καλογεροπούλου και ο Νίκος Κούρκουλος, οι οποίοι πρωταγωνίστησαν στην κωμωδία του 1960, «2.000 ναύτες κι ένα κορίτσι» (σκηνοθεσία Δημήτρη Σκλάβου), μια ταινία που, παραδόξως, δεν έκοψε πολλά εισιτήρια παρόλο που εκμεταλλευόταν το δημοφιλές θέμα της στρατιωτικής ζωής και του ειδυλλίου. Μάλιστα ήταν και η μοναδική φορά που ο Νίκος Κούρκουλος πρωταγωνίστησε σε κωμωδία.

Ο Λάμπρος Κωνσταντάρας στη Σχολή Χωροφυλακής στην Κέρκυρα.

Ο αξέχαστος Δήμος Σταρένιος.

Ο Χάρρυ Κλυνν και η Έρρικα Μπρόγιερ στα “201 καναρίνια”.

Ο Γιάννης Γκιωνάκης, η Ξένια Καλογεροπούλου και ο Νίκος Κούρκουλος, στην κωμωδία του 1960, «2.000 ναύτες κι ένα κορίτσι».

“Η Αλίκη στο ναυτικό” με τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ.
Η ιστορία όμως έδειξε πως η αποτυχία ενός θέματος μπορεί να είναι η αρχή της επιτυχίας ενός άλλου: μόλις την επόμενη χρονιά, το 1961, η ταινία «Η Αλίκη στο Ναυτικό» (σε σκηνοθεσία Αλέκου Σακελλάριου), με παρόμοια θεματική (ναύτες και ένα κορίτσι σε ναυτική βάση), γνώρισε τεράστια εμπορική επιτυχία και καθιερώθηκε ως κλασική, αποδεικνύοντας ότι το μυστικό κρυβόταν στην εκτέλεση, το σενάριο και τη χημεία των πρωταγωνιστών (Αλίκη Βουγιουκλάκη, Δημήτρης Παπαμιχαήλ).
Διαβάστε επίσης:
Σμαρούλα Γιούλη: Το παιδί-θαύμα του ελληνικού σινεμά, που είπε «όχι» στα στούντιο της Τσινετσιτά!
Παράλληλα, ο ελληνικός κινηματογράφος λειτουργούσε ως φυτώριο για νέους, μελλοντικούς αστέρες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η ταινία «Τα 201 καναρίνια» του 1964, όπου εμφανίστηκε για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη ένας από τους μεγαλύτερους κωμικούς, ο Χάρρυ Κλυνν (Γιώργος Μιχαηλίδης). Η ταινία, στην οποία συμμετείχε και η Έρρικα Μπρόγιερ, σηματοδότησε την αρχή μιας λαμπρής καριέρας που θα επηρέαζε βαθιά την ελληνική κωμωδία για δεκαετίες.
Άλλοι ηθοποιοί καθιερώθηκαν σε συγκεκριμένους, αλλά εμβληματικούς, ρόλους. Ο Δήμος Σταρένιος (γνωστός και από το ρόλο του στην «Υπολοχαγό Νατάσσα» του 1970) έπαιζε συχνά ρόλους του κακού, του προδότη, του τοκογλύφου ή του μισάνθρωπου. Η ερμηνεία του, όμως, άφησε πίσω της μία ιστορική ατάκα που σχολίαζε την περίοδο της Κατοχής: «μας αγαπάνε οι Γερμανοί, σαν φίλοι ήρθανε» στο πολεμικό δράμα του Ντίμη Δαδήρα, «Η χαραυγή της νίκης» (παραγωγής 1971), μια φράση που πέρασε στο συλλογικό υποσυνείδητο ως σύμβολο του δωσιλογισμού.
Τέλος, η εποχή αυτή μας δίνει συχνά αφορμές να ανακαλύπτουμε άγνωστες πτυχές από τη ζωή των μεγάλων πρωταγωνιστών, όπως η νεανική εικόνα του αξεπέραστου Λάμπρου Κωνσταντάρα κατά τη διάρκεια της θητείας του στη Σχολή Χωροφυλακής στην Κέρκυρα.