Κόμμα Κασιδιάρη: Η νομοθετική ρύθμιση που βάζει «φρένο» στα σχέδιά του, οι εναλλακτικοί «μηχανισμοί» του καταδικασθέντα και η Ολομέλεια της Βουλής την Τρίτη
Πριν από σχεδόν δυόμιση χρόνια, η δίκη της Χρυσής Αυγής ολοκληρώθηκε και ο Ηλίας Κασιδιάρης – μεταξύ άλλων – κρίθηκε ένοχος για ένταξη και διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης και καταδικάστηκε πρωτόδικα σε κάθειρξη 13 ετών και έξι μηνών. Λίγους μήνες νωρίτερα, το πάλαι ποτέ πρωτοπαλίκαρο του Νίκου Μιχαλολιάκου είχε ιδρύσει ένα καινούργιο ακροδεξιό κόμμα, που το ονόμασε «Έλληνες για την πατρίδα» (μετονομάστηκε αργότερα σε «Εθνικό Κόμμα – Έλληνες»), το οποίο έκτοτε ουσιαστικά διευθύνει μέσα από τη φυλακή.
Η συζήτηση στους κόλπους της κυβέρνησης γινόταν εδώ και πολλούς μήνες: Υπάρχει θεσμικός τρόπος να αποτραπεί η επιστροφή του φαντάσματος του νεοναζισμού στη Βουλή με άλλο μανδύα, όταν μάλιστα ο προηγούμενος μανδύας του γράφει πλέον και με τη βούλα του δικαστηρίου «εγκληματική οργάνωση»;
Τη λύση κλήθηκαν να βρουν ο Υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης και ο Υπουργός Εσωτερικών Μάκης Βορίδης και πρόκειται για τη νομοθετική ρύθμιση που κατατέθηκε τελικά στη Βουλή το βράδυ της Πέμπτης, με στόχο να ψηφιστεί την προσεχή Τρίτη στην Ολομέλεια.
Να δούμε, όμως, πώς ακριβώς έχουν τα πράγματα στη σύνθετη αυτή υπόθεση. Το Σύνταγμα (άρθρο 29) προβλέπει ότι «Έλληνες πολίτες που έχουν το εκλογικό δικαίωμα μπορούν ελεύθερα να ιδρύουν και να συμμετέχουν σε πολιτικά κόμματα». Με τροπολογία Βορίδη, που ψηφίστηκε και ισχύει από το 2021, «στερούνται του δικαιώματος του εκλέγειν όσοι καταδικάζονται αμετάκλητα σε κάθειρξη». Η ίδια νομοθετική ρύθμιση προβλέπει ότι δικαίωμα κατάρτισης συνδυασμού έχουν πολιτικά κόμματα στα οποία ο πρόεδρος, ο γενικός γραμματέας, τα μέλη της διοικούσας επιτροπής και ο νόμιμος εκπρόσωπος δεν έχουν καταδικασθεί σε κάθειρξη.
Συνεπώς, τι ισχύει σήμερα; Οι καταδικασθέντες της Χρυσής Αυγής – άρα και ο Ηλίας Κασιδιάρης, ο μόνος που προσπαθεί ενεργά να πετύχει την επαναφορά του στη Βουλή – διατηρούν το δικαίωμα να είναι υποψήφιοι ως απλοί βουλευτές σε ένα κόμμα, δεν μπορούν να ηγηθούν όμως αυτού του κόμματος αφού έχουν καταδικαστική απόφαση εις βάρος τους.
Ο Κασιδιάρης μπορεί ωστόσο να θέσει σε εφαρμογή έναν άλλο «μηχανισμό»: Να ορίσει δηλαδή, κάποιο άλλο πρόσωπο ως επικεφαλής του κόμματος, ώστε οι «Έλληνες» να έχουν τυπικά άλλον αρχηγό και ουσιαστικά βέβαια τον ίδιο. Έτσι, θα κατέβει μόνο ως υποψήφιος βουλευτής και εφόσον το κόμμα του περάσει το όριο του 3% για να μπει στη Βουλή και ο ίδιος εκλεγεί, θα είναι στην πράξη αρχηγός κοινοβουλευτικού κόμματος.
Με βάση όλα τα προαναφερθέντα, το συμπέρασμα στο οποίο οδηγήθηκε η κυβέρνηση είναι πως διέξοδο μπορεί να δώσει μόνο η δικαστική κρίση, με τα απαραίτητα βέβαια νομοθετικά εργαλεία: Ένας δικαστής, δηλαδή, που θα έχει πλέον το νομικό οπλοστάσιο και την ευχέρεια να κρίνει με βάση όλα τα δεδομένα και στοιχεία ότι η ηγεσία ενός συνδυασμού στις εκλογές είναι εικονική και ο πραγματικός αρχηγός είναι εκείνος που εμφανίζεται σε όλες τις συγκεντρώσεις, τις αναρτήσεις, τα βίντεο, τις ανακοινώσεις, κλπ. Εφόσον το πρόσωπο αυτό έχει καταδικαστεί – όπως ο Ηλίας Κασιδιάρης – τότε το δικαστήριο δεν επιτρέπει τη συμμετοχή του κόμματος στις εκλογές.
Στο εξής, λοιπόν, κι εφόσον η διάταξη υπερψηφιστεί από τη Βουλή (απαιτούνται 151 ψήφοι), για να συμμετέχει ένα κόμμα στις εκλογές πρέπει να συντρέχουν τρεις προϋποθέσεις.
Πρώτον, να έχει ιδρυθεί νόμιμα.
Δεύτερον, ο πρόεδρος, ο γενικός γραμματέας, τα μέλη της διοικούσας επιτροπής, ο νόμιμος εκπρόσωπος και η πραγματική ηγεσία του κόμματος να μην έχουν καταδικασθεί – σε οποιονδήποτε βαθμό – σε συγκεκριμένες ποινές:
α) Κάθειρξη για τα αδικήματα των κεφαλαίων 1-6 του Δεύτερου Βιβλίου του Ποινικού Κώδικα, δηλαδή προσβολές του δημοκρατικού πολιτεύματος, προσβολές της διεθνούς υπόστασης της χώρας, εγκλήματα κατά άλλων κρατών, εγκλήματα κατά των πολιτειακών και πολιτικών οργάνων, προσβολές κατά της πολιτειακής εξουσίας και εγκλήματα κατά της δημόσιας τάξης,
β) οποιαδήποτε ποινή για εγκλήματα του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα που επισείουν την ποινή της ισόβιας κάθειρξης,
γ) ισόβια κάθειρξη για κάθε άλλο αδίκημα.
Τρίτον, η οργάνωση και η δράση του κόμματος να εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Για την αξιολόγηση της συνδρομής της προϋπόθεσης αυτής λαμβάνεται από τον Άρειο Πάγο υπ’ όψιν τυχόν καταδίκη σε οποιονδήποτε βαθμό υποψηφίων βουλευτών, ή ιδρυτικών μελών, ή διατελεσάντων προέδρων για τα αδικήματα και στις ποινές που προαναφέραμε (περιπτώσεις α, β, γ).
Τι ακριβώς κάνει συνεπώς ο Άρειος Πάγος; Με την ισχύουσα νομοθεσία, αφού έχουν προκηρυχθεί εκλογές και εντός δύο ημερών μετά τη λήξη της προθεσμίας υποβολής πρότασης υποψηφιοτήτων, το Α΄ Τμήμα του Αρείου Πάγου ανακηρύσσει σε δημόσια συνεδρίαση τους εκλογικούς συνδυασμούς. Με τη νέα διάταξη, πριν το πράξει αυτό, το Α’ Τμήμα θα ελέγχει αν συντρέχουν οι νέες προϋποθέσεις, δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση αν ο πραγματικός ηγέτης του κόμματος «Έλληνες» είναι ο καταδικασμένος Ηλίας Κασιδιάρης.
«Είναι μια διάταξη αντίστοιχη με αυτή που ισχύει ήδη σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες», επεσήμανε χθες ο Κυριάκος Μητσοτάκης κατά τη συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου, υπογραμμίζοντας ότι αποβλέπει «όχι στον αποκλεισμό των ιδεών, αλλά στη θωράκιση της ομαλότητας και των συνταγματικών ελευθεριών. Για τον λόγο αυτό άλλωστε ζητούμε, επιδιώκουμε, ελπίζω να μπορούμε να πετύχουμε την υποστήριξη όλων των κομμάτων». Εξηγώντας τη βασική φιλοσοφία της νέας ρύθμισης, ο πρωθυπουργός επεσήμανε ότι «στο εξής δεν θα μπορούν να συμμετέχουν στην εκλογική διαδικασία σχήματα τα οποία έχουν ως ουσιαστικό αρχηγό κάποιον ο οποίος έχει καταδικαστεί ως εγκληματίας. Αυτό προφανώς θα κρίνεται από τον Άρειο Πάγο, ο οποίος είναι και ο αρμόδιος κατά το Σύνταγμα να ανακηρύσσει τα υποψήφια κόμματα. Στα κριτήριά του, ωστόσο, θα συμπεριλαμβάνονται τώρα και οι σαφείς προϋποθέσεις που θέτει το νέο νομοθέτημα».
Ο κ. Μητσοτάκης έκλεισε δε τη σχετική τοποθέτηση λέγοντας: «Θα επαναλάβω ότι πρόκειται για την ανταπόκριση της πολιτείας στην καταστατική, αλλά θα έλεγα και στην ηθική υποχρέωση της δημοκρατίας να περιφρουρείται από τους εχθρούς της. Γιατί η τελευταία δεν μπορεί να νομιμοποιεί, σίγουρα δεν μπορεί να χρηματοδοτεί, οργανώσεις που ανοιχτά υπονομεύουν τη λειτουργία της».