Όλα τα νέα στην ώρα τους
Lifestyle, Gossip, Celebrity News

Μαρίζα Τερτσέτη Παπαδάτου: Λαβωματιά στη γενιά της Επανάστασης

Η ιστορία ζωής της δολοφονημένης συμβολαιογράφου – Η Μαρίζα Τερτσέτη Παπαδάτου ήταν απόγονος της ιστορικής μορφής του 1821 Γεωργίου Τερτσέτη

Μια οικογένεια ιστορική, αξιοσέβαστη και με σαφή προσανατολισμό για προσφορά στην κοινωνία επλήγη με το βάναυσο θάνατο της Μαρίζας Τερτσέτη-Παπαδάτου, τον περασμένο Φεβρουάριο στη Ζάκυνθο. Η 69χρονη συμβολαιογράφος «έσβησε» αιμορραγώντας από το χτύπημα του 50χρονου Μπέντρι Σαρασέλι, όταν εκείνος, ο 21χρονος γιος του και ο φίλος του πρώτου, ο 46χρονος Σπίρο Χαρσίου, όλοι αλβανικής καταγωγής, έστησαν ενέδρα στο σπίτι της με σκοπό τη ληστεία. Παρά τη σθεναρή αντίσταση του 50χρονου στις πιέσεις των αστυνομικών, τελικά παραδέχτηκε πως ήταν εκείνος που μαχαίρωσε την 69χρονη στο μηρό. Νωρίτερα, τόσο ο γιος του όσο και ο 46χρονος φίλος του είχαν παραδεχτεί τη συμμετοχή τους μέχρις ενός σημείου και μάλιστα υποδείκνυαν το 46χρονο ως ενορχηστρωτή, αλλά και αυτουργό της επίθεσης. Οι τρεις άνδρες απολογήθηκαν την Παρασκευή και πήραν το δρόμο για τις φυλακές.

Η Μαρίζα Τερτσέτη-Παπαδάτου ήταν ένα πρόσωπο σεβαστό στην τοπική κοινωνία, μια άψογη επαγγελματίας και άτομο με αξιοπρέπεια, συνεχίζοντας την παράδοση της οικογένειας Τερτσέτη και την επαφή της με την επιστήμη της νομικής. Έλκουν άλλωστε την καταγωγή τους από μια ιστορική μορφή της Επανάστασης του 1821, τον Γεώργιο Τερτσέτη, τον «Τζώρτζη», όπως τον αποκαλούσε με αγάπη ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός, με τον οποίο είχαν μακροχρόνια φιλία.

Ο Γεώργιος Τερτσέτης
Ο Γεώργιος Τερτσέτης
Το Αρχοντικό της οικογένειας Τερτσέτη στη Ζάκυνθο
Το Αρχοντικό της οικογένειας Τερτσέτη στη Ζάκυνθο

Μορφή της Επανάστασης

Ο Γεώργιος Τερτσέτης γεννήθηκε το 1800 στη Ζάκυνθο και, παρά το γεγονός πως απαγορευόταν ακόμη και η εθελοντική συμμετοχή στην προετοιμασία για τον Αγώνα στους Επτανήσιους, εκείνος ήθελε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην πρώτη γραμμή. Στο Ψήλωμα της Ζακύνθου, συγκεκριμένα στο ναό του Αγίου Γεωργίου της οικογένειας Λατίνου, ορκίστηκε από τον ιερωμένο Άνθιμο Αργυρόπουλο, ιστορική μορφή της Επανάστασης, μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Ωστόσο, σε πολύ νεαρή ηλικία ένα συμβάν έμελλε να σημαδέψει τη ζωή του και να δώσει το τέμπο στις μετέπειτα ενέργειές του. Η κράση του 20χρονου σχεδόν Γεωργίου Τερτσέτη ήταν ιδιαιτέρως ευαίσθητη και σε όλη τη διάρκεια της ζωής του ταλαιπωρούνταν συχνά από σοβαρές ασθένειες της εποχής. Στράφηκε από νωρίς στην εκπαίδευση και επέδειξε ζήλο για τη μόρφωσή του, αναπτύσσοντας σχέσεις με τον παιδικό του φίλο Διονύσιο Σολωμό, αλλά και άλλους λόγιους της εποχής, όπως τον Αντώνιο Μάτεσι, τον Διονύσιο Ταγιαπιέρα, τον Δημήτριο Πελεκάση, τον Νικόλα Λούντζη, τον Γκαετάνο Γρασέτι και τον Παύλο Μερκάτη. Στη συντροφιά τους, που έδωσε αγώνα και έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη ζύμωση του γλωσσικού ζητήματος, ήταν και ο Σπύρος Τρικούπης. Παρά το γεγονός πως ο Γεώργιος Τερτσέτης αδυνατούσε λόγω της υγείας του να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή, προσπαθούσε πάντοτε να προσφέρει όπως μπορούσε. Πήρε υπό την προστασία του τη χήρα και τα ορφανά του αγωνιστή Μάρκου Μπότσαρη και επιμελήθηκε προσωπικά τη μόρφωσή τους, ενώ υπό τον κίνδυνο κυρώσεων και συνεπειών φρόντισε να ενισχύσει τον αγώνα των Ελεύθερων Πολιορκημένων του Μεσολογγίου, συντονίζοντας τις αποστολές εφοδίων στη μαρτυρική πόλη.

Όπως αναφέρεται σε σχετική έκδοση της Βιβλιοθήκης της Βουλής των Ελλήνων, όπως την επιμελήθηκε ο Ντίνος Κονόμος, ο Γεώργιος Τερτσέτης, αφού υπηρέτησε ως ο ιδιαίτερος του αρχιστράτηγου Ριχάρδου Τσερτς το 1828 και αφού πάλεψε με την ελονοσία το 1830, βρέθηκε στο Ναύπλιο ως δάσκαλος, ενώ συνέβαλε στη μόρφωση της κοινωνίας, με την έκδοση ποιημάτων στη δημοτική, πράγμα που αναστάτωνε συχνά πυκνά το φίλο του Διονύσιο Σολωμό, ο οποίος τον «κατσάδιαζε» φιλικά με επιστολές, καθότι υπήρχαν τεχνικές διαφορές μεταξύ των δύο όσον αφορά το γλωσσικό ζήτημα.

Η δόξα

Καθοριστικό ρόλο όμως έπαιξε το έργο του Τερτσέτη «Δοκίμιον Εθνικής Ποιήσεως “Το Φίλημα”», το οποίο έδινε την εντύπωση πως ο Τερτσέτης ήταν φιλοβασιλικός, εξυμνώντας τον Όθωνα. Το 1833 διορίστηκε δικαστής από την Αντιβασιλεία, ενώ το 1834 έφτασε η στιγμή που ανυψώθηκε η προσωπικότητα του Τερτσέτη στα ουράνια της δόξας. Η Αντιβασιλεία αντικατέστησε δύο μέλη του δικαστηρίου ενόψει της δίκης των οπλαρχηγών, του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, του Δημητρίου Πλαπούτα και άλλων. Άφησε όμως τον Τερτσέτη, πιστεύοντας πως θα μπορούσε να τον επηρεάσει λόγω της θετικής του διάθεσης απέναντι στον Όθωνα, αλλά και τον πρόεδρο του δικαστηρίου Αναστάσιο Πολυζωίδη, ο οποίος ήταν πολέμιος του Κολοκοτρώνη στο πεδίο της πολιτικής. Η δίκη ξεκίνησε στις 7 Μαρτίου του 1834 και ολοκληρώθηκε στις 26 Μαΐου του ίδιου έτους.

Συγκλονιστική ήταν μαρτυρία της εποχής, που εξιστορούσε πως οι δύο δικαστές αρνήθηκαν να καταδικάσουν παρατύπως τους δύο μεγάλους οπλαρχηγούς:

«Εκ των πέντε μελών τα μεν δύο, ο πρόεδρος και ο κύριος Τερτσέτης ήθελον αναβολήν της αποφάσεως και καμμίαν πράξιν περί αυτής δυνάμει της ισχυούσης τότε διαδικασίας εγκληματικής έως ου εξετασθώσι πρώτον και οι κατηγορούμενοι συνένοχοι των οπλαρχηγών. Τα δε τρία άλλα μέλη είχαν ήδη συνυπογράψει, δυνάμει του νόμου της πλειοψηφίας, απόφασιν καταδικαστικήν, της οποίας οι δύο αρνήθησαν την υπογραφήν».

Μάλιστα, η κυβέρνηση της εποχής πάσχισε να πιέσει τους δύο δικαστές ακόμη και διά της βίας: «Ο δ’ υπουργός, εισελθών με τους συν αυτώ αθεμίτως εις τον ιερόν τόπον της Θέμιδος, ζητεί ν’ αναγκάση τους αρνηθέντας δύο δικαστάς την υπογραφήν των, να υπογράψωσι την απόφασιν των τριών, αλλ’ ούτοι εμμένουν εις την πράξιν των της αναβολής σταθεροί και δεν ηθέλησαν διά κανέναν λόγον να υπογράψωσι της πλειοψηφίας την καταδικαστικήν […]». Τότε ήταν που ο πρόεδρος του δικαστηρίου Αναστάσιος Πολυζωίδης επικαλέστηκε την ατομική του ελευθερία να πράξει καταπώς πίστευε, ενώ ο Τερτσέτης, σύμφωνα με τη μαρτυρία, τόνισε: «… ότι το μεν σώμα δύνανται να κάμουν όπως θέλουν, αλλά τον στοχασμόν του, την συνείδησίν του να παραβιάσουν δεν εμπορούν». Παρά τη χρήση βίας, το δικαστήριο δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, με τους δικαστές να διώκονται νομικά, αν και τελικά αθωώθηκαν. Στη δίκη του, ο Γεώργιος Τερτσέτης έγραψε τη δική του ιστορία στην περίφημη απολογία του, κατακεραυνώνοντας το Σκοτσέζο εισαγγελέα Εδουάρδο Μάσον. «Ποιος είσαι εσύ που με το πρόσχημα της παιδείας έλαβες από τη Βασιλεία επάγγελμα τόσον επικίνδυνο διά την τιμή και ζωή των υπηκόων; Ποιος είσαι εσύ που παίζεις με ημάς εις την γην της γεννήσεώς μας; […] Ο εθνισμός μας, ω επίτροπε, είναι θεμελιωμένος εις τα αίματα οκτακοσίων χιλιάδων Ελλήνων φονευμένων εις τον αγώνα […]», ανέφερε μεταξύ άλλων στην απολογία του, την οποία και κατέγραψε τον Ιανουάριο του 1835 στην Αθήνα. Αργότερα, ο Τερσέτης κατέγραψε τις αναμνήσεις ηρώων της Επανάστασης μιλώντας με τους Θεόδωρο Κολοκοτρώνη, Νικήτα Σταμελόπουλο (Νικηταρά), Δημήτριο Πλαπούτα, ενώ δεν πρόλαβε τον Ανδρεά Ζαΐμη, καθώς ο τελευταίος έφυγε από τη ζωή. Το 1836, αναχώρησε για το εξωτερικό, όπου επιμορφώθηκε δίπλα σε μεγάλες προσωπικότητες της εποχής και με το θάνατο του «Γέρου του Μοριά» επέστρεψε στην Ελλάδα, όπου εκλέχτηκε αρχειοφύλακας και βιβλιοφύλακας της Βουλής των Ελλήνων, αξίωμα στο οποίο εκλεγόταν μέχρι και το τέλος της ζωής του.

*Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα ONtime Σαββατοκύριακο (31/5)

Google News icon
Ακολουθήστε την ontime24 στο Google News!