«Ο π. Αντώνιος δεν είναι άγιος, έβλεπε την Κιβωτό μπίζνα, ήμασταν εργάτες» -Συγκλονιστική μαρτυρία 17χρονου
Σε μια συγκλονιστική μαρτυρία σχετικά με τις συνθήκες διαβίωσης των παιδιών στην Κιβωτό του Κόσμου στη Χίο προχώρησε ένας 17χρονος.
Ο νεαρός, φίλος του 19χρονου που έκανε την καταγγελία για ασέλγεια σε βάρος του πατέρα Αντωνίου, μιλώντας στον ALPHA και την εκπομπή «Super Κατερίνα» ανέφερε ποιες ήταν οι «συνέπειες» και οι τιμωρίες που επιβάλλονταν στα παιδιά της Κιβωτού.
17χρονος: «Έγινε “μπλε” από το ξύλο. Έκλεισαν πόρτες, παράθυρα και τον σάπισαν»
«Μήνες σε απομόνωση, κλειδωμένοι σε δωμάτια με φαγητό και νερό, και έβγαιναν μόνο για εργασίες. Έχετε ακούσει για το περιστατικό στο Βόλο για τρία παιδιά που υποτίθεται λήστεψαν τη δομή, κάτι που δεν έκαναν φυσικά, γι’ αυτό ξυλοκοπήθηκαν άσχημα και μου είπαν χαρακτηριστικά ότι μετά δεν αναγνώρισαν τον εαυτό τους από το ξύλο που έφαγαν», ανέφερε αρχικά ο 17χρονος.
Όπως ισχυρίστηκε: «Ένα από τα τρία παιδιά που κατηγορήθηκαν για την κλοπή ήρθε για τιμωρία στη δομή στη Χίο. Τον κλείδωσαν σε ένα δωμάτιο για έξι μήνες χωρίς να μιλάει σε κανένα, ενώ ακόμη ένα παιδί από τους τρεις μού είπε ότι κοιμόταν, μπήκαν μέσα στο δωμάτιο τα πρωτοπαλίκαρα του πατέρα και έκλεισαν πόρτες, παράθυρα και απλά τον σάπισαν στο ξύλο. Την επόμενη μέρα ήταν μπλε, αυτό έγινε τον Αύγουστο».
«Ο π. Αντώνιος έβλεπε την Κιβωτό σαν μπίζνα. Ήμασταν εργάτες»
Ο 17χρονος αποκάλυψε τις συνθήκες υπό τις οποίες ζούσαν τα παιδιά της Κιβωτού και τις χειρωνακτικές εργασίες στις οποίες υποβάλλονταν: «Έβλεπε την Κιβωτό πιο πολύ σαν μπίζνα, ενδιαφερόταν μόνο για τα ραντεβού με τους επίσημους στη Χίου. Γι’ αυτό είχαμε μπει σε μια διαδικασία όλα τα παιδιά να λειτουργούμε ως εργάτες και να εργαζόμαστε στον χώρο για να τον ομορφαίνουμε και να τον έχουμε έτοιμο γι’ αυτά τα επίσημα ραντεβού του πατέρα».
Συγκεκριμένα τόνισε ότι τους έβαζαν να κάνουν «πολύ βαριές εργασίες» και μάλιστα από πολύ μικρή ηλικία: «Όλα τα παιδιά παρά τη θέλησή μας βοηθούσαμε, αλλά με κάποιο συμβολικό μισθό ας το πούμε, μπορεί μέχρι και δέντρα να κόβαμε, να ξεχορταριάζουμε από το χώμα, να κουβαλάμε πολύ βαριά πράγματα με οχήματα της δομής».
«Ο πατέρας δεν είναι άγιος είναι επιχειρηματίας. Πουλούσε το χαμόγελο των παιδιών»
Μάλιστα, όπως τόνισε ο 17χρονος, ο π. Αντώνιος είχε εικονογραφήσει τον εαυτό του και την πρεσβυτέρα στους τοίχους της εκκλησίας, «άρα στην ουσία θεωρούσε άγιο τον εαυτό του»: «Ο πατέρας δεν είναι άγιος, είναι επιχειρηματίας, ο οποίος είχε κάτι που πουλάει -και αυτό ήταν το χαμόγελο των παιδιών και το έργο που υποτίθεται ότι έκανε. Προωθούσε πολύ καλά μέσα από τα κανάλια, με επίκεντρο πάντα τον εαυτό του, ήθελαν να δημιουργήσει την εικόνα ότι ήταν μεσσίας και μας σώζει».
Αντ’ αυτού, όπως πρόσθεσε, «πολλά παιδιά τα σταματούσαν από το σχολείο, τους έκοβαν τα όνειρα»: «Ο πατέρας διάλεγε τι δρόμο θα πάρουν στη ζωή τους και όχι οι ίδιοι, και δούλευαν μέσα στην Κιβωτό και έπαιρναν τη θέση εργατών που θα έπρεπε να πληρώσει. Έτσι απέφευγε να πληρώνει και είχε φθηνά εργατικά χέρια. Ούτε καν πραγματικά λεφτά δεν έδινε, έγραφε σε ένα χαρτάκι κουπόνια που αντιστοιχούσαν σε 50 λεπτά την ώρα και με αυτά αγοράζαμε πράγματα μέσα από την Κιβωτό. Έπρεπε να δουλέψουμε 4 ώρες για να πάρουμε πατατάκια».
Όσον αφορά τις επαναβαπτίσεις, ανέφερε: «Ανά διαστήματα παιδιά βαφτίζονταν από τον πατέρα και απ’ ό,τι κατάλαβα δεν γράφονταν κάπου επίσημα, γιατί στα χαρτιά τους έμενε το παλιό τους όνομα. Το θέμα είναι ότι πολλά (παιδιά) βαφτίζονταν παρά τη θέλησή τους».
«Τρώγαμε ληγμένα φαγητά και ό,τι περίσσευε»
Εξάλλου, σοκάρει η μαρτυρία για τα ληγμένα φαγητά και τα αποφάγια τα οποία καλούνταν να φάνε τα παιδιά, με τον 17χρονο να αποκαλύπτει: «Σίγουρα είχαμε φαγητά, ρούχα, αλλά πετάγονταν για διάφορους λόγους, όπως τρόφιμα που έληγαν και δεν τα τρώγαμε ποτέ, ή τα τρώγαμε ληγμένα. Ας πούμε το δεκατιανό μπορεί να ήταν σπασμένα μπισκότα, ό,τι περίσσευε και δεν είχε φαγωθεί, ληγμένα κρουασάν. Μας έλεγαν “δεν έχουμε λεφτά, οι καιροί είναι δύσκολοι, φαγητό δεν έχουμε πολύ, να κάνουμε οικονομία (φώτα, νερό, φαγητό, βενζίνες”)».
Σχετικά με το κουτί που «γυρνούσε» από εκκλησία σε εκκλησία, τόνισε: «Έβαζε ανθρώπους και πήγαιναν σε κηδείες, σε βαφτίσεις, σε γάμους και περίμεναν ο κόσμος να αφήσει λεφτά, και δεν επιστρέφονταν αποδείξεις. Τα χρήματα αυτά τα έπαιρνε η Κιβωτός, αλλά δεν ξέρω πώς χρησιμοποιούνταν. Όμως, απ’ ό,τι φαίνεται, με αυτά τα χρήματα έκαναν πλουσιοπάροχη ζωή ο π. Αντώνιος και ο στενός του κύκλος».