Ο Έλον Μασκ στο στόχαστρο: Η Δικαιοσύνη διερευνά την “κρυφή” εξουσία του Τραμπ
Ο Έλον Μασκ στο στόχαστρο: Η Δικαιοσύνη διερευνά την “κρυφή” εξουσία του Τραμπ. Οι κατηγορίες για τις σαρωτικές περικοπές θέσεων και δαπανών
Ο Έλον Μασκ στο στόχαστρο: Η Δικαιοσύνη διερευνά την “κρυφή” εξουσία του Τραμπ
Η δικαστής Τσάτκαν έκρινε ότι η συμμαχία 14 πολιτειών παρουσίασε συγκεκριμένες κατηγορίες και προκαταρκτικά στοιχεία που επιτρέπουν τη συνέχιση της υπόθεσης, υποστηρίζοντας ότι ο Μασκ είχε αναλάβει εξουσία ισοδύναμη με εκείνη ενός μέλους του υπουργικού συμβουλίου που έχει επικυρωθεί από τη Γερουσία. Παρόλο που ο Μασκ είναι το δημόσιο πρόσωπο του DOGE, αρνείται ότι κατέχει επίσημη θέση ή ότι διαθέτει αρμοδιότητα να δίνει εντολές σε κρατικές υπηρεσίες στο πλαίσιο της πολιτικής λιτότητας του Τραμπ. Τον περασμένο μήνα δήλωσε ότι θα μειώσει σημαντικά τη συμμετοχή του στο DOGE για να επικεντρωθεί πλήρως στις επιχειρήσεις του, όπως η Tesla και η SpaceX.
Η αγωγή κατηγορεί τον Μασκ για παραβίαση της «Ρήτρας Διορισμών» του Συντάγματος, η οποία περιορίζει τη λήψη σημαντικών αποφάσεων για τη λειτουργία και το προσωπικό των ομοσπονδιακών υπηρεσιών σε αξιωματούχους που έχουν διοριστεί από τον πρόεδρο και έχουν εγκριθεί από τη Γερουσία. Οι πολιτείες ισχυρίζονται ότι ο Τραμπ «παρέκαμψε» το Κογκρέσο και «μεταβίβασε αυθαίρετα τεράστια, ανεξέλεγκτη εκτελεστική εξουσία στον Έλον Μασκ και το DOGE για να αποσταθεροποιήσουν την κυβέρνηση».
Στα δικαστικά έγγραφα, οι Δημοκρατικοί αξιωματούχοι επικαλέστηκαν δημόσιες δηλώσεις του Τραμπ περί ανάθεσης καθηκόντων στον Μασκ, καθώς και δηλώσεις του ίδιου του Μασκ που φαίνεται να δείχνουν ότι καθοδηγούσε το κλείσιμο της USAID και την εφαρμογή μαζικών περικοπών στη χρηματοδότηση ομοσπονδιακών προγραμμάτων. Τόνισαν ότι ο ρόλος του δεν περιοριζόταν σε απλές εισηγήσεις προς εγκεκριμένα από τη Γερουσία στελέχη, αλλά μάλλον έδινε εντολές, κατεύθυνε ή και ανέτρεπε αποφάσεις που είχαν ήδη ληφθεί.
Η δικαστής Τσάτκαν κατηγόρησε την κυβέρνηση Τραμπ για «διαστροφική ερμηνεία» του αμερικανικού Συντάγματος και του συστήματος ισορροπίας των εξουσιών, σημειώνοντας ότι η ερμηνεία της «φαίνεται να επιτρέπει απεριόριστη εκτελεστική εξουσία». Με μια αιχμηρή τοποθέτηση, έγραψε χαρακτηριστικά: «Με αυτή τη λογική, ο Πρόεδρος θα μπορούσε να εξουσιοδοτήσει κάποιον να λειτουργεί ως Πρωθυπουργός που ασκεί βέτο, τροποποιεί ή εγκρίνει νόμους του Κογκρέσου, ως Ανώτατος Δικαστής που ανατρέπει αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ως Μονάρχης με υπέρτατη εξουσία στο έθνος ή ακόμη και να επιτρέψει σε ξένο ηγέτη να διοικεί τις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ».
Ο Έλον Μασκ στο στόχαστρο: Οι κατηγορίες προς την κυβέρνηση
Οι νομικοί εκπρόσωποι της κυβέρνησης, στην προσπάθειά τους να απορρίψουν την αγωγή, υποστήριξαν ότι ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι ο Μασκ είχε «τεράστια» ή και «αποφασιστική» επιρροή στην εγχώρια πολιτική των ΗΠΑ, δεν είχε επίσημη αρμοδιότητα. Υποστήριξαν ότι εφόσον ένας επιβεβαιωμένος από τη Γερουσία αξιωματούχος αναλαμβάνει την τυπική ευθύνη για τις αποφάσεις που πρότεινε ο Μασκ, δεν υφίσταται παραβίαση του Συντάγματος.
Η Τσάτκαν, ωστόσο, απέρριψε αυτό το επιχείρημα, τονίζοντας ότι ο τίτλος του Μασκ ως «ειδικός κρατικός υπάλληλος» μπορεί να αποτελεί τη τυπική ταξινόμηση, αλλά «δεν αντιστοιχεί απαραίτητα στη θέση που πραγματικά κατέχει». Κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι προσπαθεί να «υποβαθμίσει» τον ρόλο του και τόνισε ότι οι πολιτείες παρουσίασαν επαρκή στοιχεία, σύμφωνα με τα οποία ο Μασκ καθοδηγούσε προσωπικό συνδεδεμένο με το DOGE σε 17 ομοσπονδιακές υπηρεσίες.
Η κυβέρνηση αντέτεινε επίσης ότι οι πολιτείες δεν έχουν έννομο συμφέρον για να καταθέσουν την αγωγή, καθώς δεν μπορούν να αποδείξουν ότι υφίστανται άμεσες και συγκεκριμένες ζημίες από τις ενέργειες του Μασκ και του DOGE στο πλαίσιο των εντολών Τραμπ για την εξάλειψη σπατάλης και διαφθοράς. Η Γενική Εισαγγελέας της Αριζόνα, Κρις Μέις, δήλωσε αποφασιστικά: «Θα συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε ενάντια στον Ίλον Μασκ και στο DOGE για να διασφαλίσουμε ότι η κυβέρνηση Τραμπ τηρεί τον νόμο».
Αν και, συνήθως, η απόρριψη αιτημάτων ακύρωσης αγωγών δεν υπόκειται σε έφεση, το Υπουργείο Δικαιοσύνης μπορεί να ζητήσει εξαίρεση, λόγω της σημασίας του ζητήματος που αφορά την προεδρική εξουσία και τη συνταγματική ερμηνεία.