Πρόωρες κάλπες στη Γερμανία: Το περίεργο σύστημα διεξαγωγής
Οι ιδιαιτερότητες του εκλογικού συστήματος είναι αρκετές και ποικίλλουν στη Γερμανία
Ο κύβος ερρίφθη στη Γερμανία. Όπως αναμενόταν, η Bundestag καταψήφισε σήμερα (16/12) την πρόταση δυσπιστίας κατά του Καγκελάριου, Όλαφ Σολτς και η χώρα οδηγείται σε πρόωρες κάλπες.
Μία μέρα και δύο σταυροί ανά ψηφοφόρο κρίνουν τα επόμενα τέσσερα χρόνια στην «ατμομηχανή της Ευρώπης». Την 23η Φεβρουαρίου 2025, οι πολίτες της Γερμανίας καλούνται να εκλέξουν το σώμα της νέας Βουλής.
Η πλέον χρησιμοποιημένη φράση που αφορά το γερμανικό εκλογικό σύστημα αναφέρει ότι οι βουλευτές εκλέγονται «μέσω γενικής, ελεύθερης, ισότιμης και μυστικής ψηφοφορίας». Αυτό προβλέπει το Άρθρο 38, Παράγραφος 1 του Συντάγματος.
Όσοι πολίτες είναι τουλάχιστον 18 ετών έχουν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Κάθε πολίτης διαθέτει δύο ψήφους –με την πρώτη (Erststimme) επιλέγει με σταυρό προτίμησης υποψήφιο από την εκλογική του περιφέρεια, ενώ, με τη δεύτερη (Zweitstimme) ψηφίζει το κόμμα επιλογής. Φυσικά, η ψηφοφορία είναι μυστική (εκλογικό απόρρητο). Το γερμανικό εκλογικό σύστημα διαφέρει από το αμερικανικό, το βρετανικό ή το ελβετικό.
Σημαντικότερη διαφορά είναι ότι η γερμανική μορφή διακυβέρνησης δεν είναι άμεση, αλλά αντιπροσωπευτική. Κεντρικό ρόλο σε αυτήν παίζουν οι βουλευτές, δρώντας ως αντιπρόσωποι της λαϊκής βούλησης. Η Ελβετία θεωρείται κλασσικό παράδειγμα άμεσης δημοκρατίας. Οι Ελβετοί ψηφίζουν νόμους και μέσω δημοψηφισμάτων. Όμως, στη Γερμανία οι πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται μονάχα από τους βουλευτές. Αυτό συνιστά πολύ σημαντική ευθύνη για τους εκλεγμένους αντιπροσώπους.
Το γερμανικό Σύνταγμα τονίζει ιδιαίτερα τον συγκεκριμένο ρόλο τον βουλευτών και σημειώνει ότι «είναι αντιπρόσωποι του λαού στο σύνολο, δεν δεσμεύονται από εντολές και οδηγίες και είναι υπόλογοι μόνον στη συνείδησή τους». Το Σύνταγμα προβλέπει, ωστόσο, έναν ελεγκτικό ρόλο και για τον απλό ψηφοφόρο. Όποιος θεωρεί ότι η ψηφοφορία δεν διενεργήθηκε σύννομα, μπορεί να προσβάλλει την εκλογική διαδικασία.
Γερμανία: Το ομοσπονδιακό κοινοβούλιο
Από το 2002, το γερμανικό κοινοβούλιο μετρά τουλάχιστον 598 βουλευτές. Οι μισές από αυτές τις έδρες κατανέμονται στους βουλευτές που κερδίζουν την απλή πλειοψηφία των ψήφων στις 299 εκλογικές περιφέρειες. Αναφέρεται κοινώς πως αυτοί οι βουλευτές εκλέγονται απευθείας, γι’ αυτό και γίνεται λόγος για τη λεγόμενη «άμεση εντολή / έδρα» (Direktmandat).
Για την κατανομή των υπόλοιπων 299 εδρών αποφασίζουν, επίσης, οι ψηφοφόροι, ωστόσο όχι μέσω της άμεσης επιλογής συγκεκριμένων υποψηφίων, αλλά ψηφίζοντας ένα συγκεκριμένο κόμμα. Τα κόμματα έχουν τοποθετήσει τους υποψηφίους τους, στις λεγόμενες λίστες των κρατιδίων. Καθεμία από τις δεκαέξι κομματικές ενώσεις (όσες και ο αριθμός των ομόσπονδων κρατιδίων) δημιουργεί θέσεις για τους υποψήφιους βουλευτές.
Οι λίστες των κρατιδίων εισάγονται ανάλογα με το μέγεθος του εκάστοτε κρατιδίου, σε μία ομοσπονδιακή λίστα, της οποίας ηγείται ο επικεφαλής υποψήφιος κάθε κόμματος.
Πρώτη και δεύτερη ψήφος
Από τις δύο ψήφους που έχει κάθε ψηφοφόρος (μπορεί να κάνει χρήση και μόνο της μίας, να ψηφίσει, για παράδειγμα κόμμα αλλά όχι υποψήφιο της Περιφέρειας) η δεύτερη είναι η σπουδαιότερη. Μέσω αυτής κρίνεται η σύνθεση της ομοσπονδιακής Βουλής. Φερειπείν, αν ένα κόμμα συγκεντρώσει το 35% των δεύτερων ψήφων, τότε καταλαμβάνει και το 35% των βουλευτικών εδρών του επόμενου κοινοβουλίου.
Με τη δεύτερη ψήφο τους, οι ψηφοφόροι κρίνουν εν τέλει τον συσχετισμό δυνάμεων στη Bundestag. Όταν είναι σαφές πόσες έδρες έχει κερδίσει κάθε κόμμα μέσω της δεύτερης ψήφου, αυτές κατανέμονται στους υποψηφίους από τις λίστες των κρατιδίων.
Πολυσύνθετη γίνεται η κατάσταση όταν κάποιο κόμμα κερδίζει σε ένα κρατίδιο περισσότερες απευθείας έδρες συγκριτικά με το ποσοστό που συγκεντρώνει από τις δεύτερες ψήφους (γενικό εκλογικό ποσοστό). Σε τέτοια περίπτωση, η οποία είναι συχνό φαινόμενο, το κοινοβούλιο διευρύνεται.
Ο συνολικός αριθμός των βουλευτών αυξάνεται, διότι οι έδρες που κερδήθηκαν μέσω της απευθείας εκλογής (πρώτη ψήφος) διατηρούνται. Προκειμένου να εξισορροπηθούν αυτές οι λεγόμενες «πλεονασματικές έδρες», χορηγούνται στα υπόλοιπα κόμματα κάποιες πρόσθετες έδρες.
Η κυβέρνηση και η αντιπολίτευση είχαν συμφωνήσει το 2012 επί της συγκεκριμένης διαδικασίας. Το μειονέκτημα είναι ότι μέσω αυτής το κοινοβούλιο μπορεί να μεγαλώσει δραστικά. Σήμερα βρίσκεται υπό συζήτηση να τεθεί όριο στον αριθμό των εδρών. Η νυν γερμανική Βουλή μετρά συνολικά 630 βουλευτές.
Το όριο του 5%
Μία ακόμη ιδιαιτερότητα του γερμανικού εκλογικού συστήματος είναι το κατώτατο όριο του 5% για την είσοδο των κομμάτων στη Βουλή. Η επιλογή του συγκεκριμένου ορίου έχει σχέση με τη γερμανική ιστορία. Στόχος της συγκεκριμένης διάταξης είναι να αποτραπεί ένας κατακερματισμός του πολιτικού τοπίου, αντίστοιχος με εκείνον που υπήρξε τη δεκαετία του 1920 και καθιστούσε εξαιρετικά δύσκολο τον σχηματισμό σταθερών κυβερνήσεων πλειοψηφίας.
Ωστόσο, το επιχείρημα των επικριτών αυτής της διάταξης είναι ότι συνολικά υπερβολικά μεγάλων αριθμός ψήφων πηγαίνουν χαμένες. Το 2013, οι ψήφοι που χάθηκαν, «άγγιξαν» τα 7 εκατομμύρια.
Όλα τα viral video εδώ.