Πόλεμος στην Ουκρανία: Κίνα και πυρηνικά ρίχνουν «λάδι στη φωτιά» στο πόλεμο
Μεταξύ νέας κλιμάκωσης και παράτασης κινείται το μέτωπο της Ουκρανίας, καθώς ο πόλεμος μοιάζει, έναν χρόνο ακριβώς μετά την έναρξή του, να οδεύει μακριά από το τέλος του και εγγύτερα σε μια νέα φάση. Οι αλλεπάλληλες εξελίξεις των τελευταίων ημερών τροφοδοτούν την αίσθηση μιας επικίνδυνης στροφής από τη Μόσχα, η οποία επαναφέρει τον πυρηνικό εφιάλτη, πριν την έλευση των δυτικών αρμάτων μάχης στην Ουκρανία.
Τόσο η αιφνιδιαστική επίσκεψη του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν στα μέσα της εβδομάδας στην Ουκρανία και την Πολωνία επιστρατεύοντας το τρένο της γραμμής, όσο και η αποχώρηση της Ρωσίας από τη Συνθήκη «New START» για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων αναθέρμαναν απότομα μια σχεδόν βαλτωμένη στρατιωτική σύγκρουση, στην οποία κρίσιμο ρόλο εκτιμάται ότι θα διαδραματίσει στο εξής η αναθεωρημένη στάση της Κίνας. Συγκεκριμένα, η άφιξη υψηλόβαθμης κινεζικής αντιπροσωπείας στο Κρεμλίνο σε συνδυασμό με την αυξανόμενη κλιμάκωση της ρητορικής του Πεκίνου προς τις ΗΠΑ εντείνουν τις διεθνείς υποψίες για περαιτέρω σύσφιξη των σχέσεων Ρωσίας – Κίνας κι ενώ αυξάνονται οι πληροφορίες για την είσοδο κινεζικών οπλικών συστημάτων στις ρωσικές γραμμές του μετώπου.
Αγκαλιές του Αμερικανού προέδρου με τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι μετά την αιφνιδιαστική επίσκεψη του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν στα μέσα της εβδομάδας στην Ουκρανία
Κινεζικός «πυρετός»
Μολονότι, «το τελευταίο πράγμα που χρειάζεται είναι η Κίνα να δώσει ώθηση στην πολεμική προσπάθεια του προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν», όπως επισημαίνει το ειδησεογραφικό δίκτυο CNN, εντούτοις η διπλωματική κινητικότητα του Πεκίνου τις τελευταίες ημέρες έχει θορυβήσει ιδιαίτερα κορυφαίους Αμερικανούς αξιωματούχους, οι οποίοι φοβούνται πως «επίκειται» πλέον μια τέτοια εξέλιξη. Τους όποιους φόβους της Ουάσινγκτον για σοβαρή ενεργοποίηση της Κίνας, τους οποίους συμμερίζεται ανοιχτά και το ΝΑΤΟ, τροφοδοτούν και οι διαδοχικές δηλώσεις Κινέζων αξιωματούχων, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά στο πεδίο των αμερικανοσινικών σχέσεων, στη σκιά και των κατασκοπευτικών αερόστατων.
Επικαλούμενος το κινεζικό ρητό που λέει πως «δεν είναι σωστό να μην ανταποδίδουμε», ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών Ουάνγκ Ουενμπίν έσπευσε να προειδοποιήσει τις ΗΠΑ πως «εάν συνεχίσουν να ταράζουν, να δραματοποιούν και να κλιμακώνουν την κρίση, δεν θα πρέπει να περιμένουν από την κινεζική πλευρά να πτοηθεί και θα πρέπει να είναι έτοιμες να υποστούν όλες τις πιθανές συνέπειες». Το γεγονός, μάλιστα, ότι η παραπάνω αποστροφή του Κινέζου αξιωματούχου συνέπεσε χρονικά με την επίσκεψη της υψηλόβαθμης διπλωματικής αντιπροσωπείας της χώρας του στο Κρεμλίνο πολλαπλασίασε τους φόβους για τυχόν άμεση στρατιωτική ανάμειξη της Κίνας στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όταν ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν έκανε λόγο για «νέους ορίζοντες» στις σχέσεις των δύο χωρών, μετά το πέρας της συνάντησής του με τον Κινέζο αξιωματούχο Γουάνγκ Γι.
Ούτως ή άλλως, η επίσκεψη του Γουάνγκ Γι στη ρωσική πρωτεύουσα αναβάθμισε το επίπεδο συναγερμού μεταξύ των αξιωματούχων των ΗΠΑ στην προοπτική της άμεσης προμήθειας της Ρωσίας με κινεζικά όπλα, αίσθηση που αποκόμισε και ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν, στη συνάντηση που προηγήθηκε μαζί του. Επιπλέον, η κινεζική κυβέρνηση εγκάλεσε ανοιχτά την Ουάσινγκτον ως την πρώτη χώρα που παροχέτευσε στην Ουκρανία υπερσύγχρονα, οπλικά συστήματα, κατηγορώντας τη δημόσια για μεροληπτική στάση.
Ταυτόχρονα, το Πεκίνο αποφεύγει να καταδικάσει τη ρωσική εισβολή, εμβαθύνει τους στρατιωτικούς του δεσμούς με τη Μόσχα και εξακολουθεί να πραγματοποιεί κοινές στρατιωτικές ασκήσεις, αν και για μερίδα αναλυτών η συνολική στάση της Κίνας αποσκοπεί στην «παραπλάνηση των ΗΠΑ» και μαζί στη συσσώρευση των αμερικανικών όπλων στην Ευρώπη αντί για την Ταϊβάν, ώστε η Κίνα να αφεθεί ανεξέλεγκτη και ανενόχλητη να κάνει πράξη τις αναθεωρητικές της βλέψεις στον Ινδο-Ειρηνικό. Επιπλέον, ο κινεζικός δάκτυλος ως προς την παράταση του πολέμου στην Ουκρανία θα κλόνιζε ακόμη περισσότερο τις ήδη εύθραυστες ισορροπίες στην εσωτερική πολιτική σκηνή των ΗΠΑ, καθώς ο πρόεδρος Μπάιντεν καλείται να συμφωνήσει -σε συνθήκες έντονης πολιτικής πίεσης- με τους Ρεπουμπλικανούς για το ανώτατο όριο του ομοσπονδιακού χρέους, στη σκιά των δισεκατομμυρίων δολαρίων που έχουν δοθεί για αμυντικό εξοπλισμό στο Κίεβο.
Δίνει 5 εκατ. ευρώ η Αργεντινή σε όποιον βρει το χαμένο υποβρύχιο
Η «σπίθα» Μακάρθι
Υπό αυτό το πρίσμα, ως ένα από τα ορόσημα που θα κρίνουν το εάν και κατά πόσο το Πεκίνο θα ανοίξει τελικά τις πολεμικές αποθήκες του για τον ρωσικό στρατό περιγράφεται η επικείμενη επίσκεψη του νέου προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι στην Ταϊπέι, η οποία φέρεται να αποτέλεσε καταλύτη στην αναθεώρηση της στάσης του Πεκίνου απέναντι στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Η επίσκεψη τοποθετείται στις αρχές της άνοιξης, σε συνέχεια της παρουσίας της προκατόχου του Νάνσι Πελόζι στο νησί, τον περασμένο Αύγουστο.
Παρά τις σφοδρές αντιρρήσεις της κινεζικής πλευράς, «δεν θα μου πει η Κίνα αν θα πάω στην Ταϊβάν», ανταπάντησε ο Μακάρθι τον προηγούμενο μήνα στο Πεκίνο, τη στιγμή που η Ταϊπέι κρατά τα κλειδιά του κινεζικού οπλοστασίου χάρη στη μαζική παραγωγή ημιαγωγών. Μολονότι η Κίνα διαθέτει πολύ ισχυρό οπλοστάσιο -που υπερτερεί κατά πολύ του ρωσικού- τα «έξυπνα όπλα» της στηρίζονται σχεδόν εξ ολοκλήρου στις νέες τεχνολογίες, δηλαδή στους ημιαγωγούς. Σημειωτέον ότι ομάδα του αμερικανικού Κογκρέσου, που επισκέπτεται αυτές τις ημέρες την Ταϊβάν, είχε στενές συνομιλίες με τον ιδρυτή της Taiwan Semiconductor Manufacturing Company, Μόρις Τσανγκ, τον «πατέρα» της κορυφαίας βιομηχανίας μικροτσίπ του νησιού, ο οποίος επενδύει τώρα σε μεγάλο βαθμό στην παραγωγή των ΗΠΑ.
Σε περίπτωση, ωστόσο, που το Πεκίνο κάνει το «μεγάλο βήμα» αποφασίζοντας την είσοδο στον πόλεμο της Ουκρανίας, οι συσχετισμοί στρατιωτικής ισχύος ανατρέπονται άρδην, καθώς η Κίνα διαθέτει από τα καλύτερα -και σε μεγάλους αριθμούς- υπερ-υπερηχητικά όπλα, πολύ ισχυρά ηχητικά συστήματα, πυραυλικό πυροβολικό και περιπλανώμενα πυρομαχικά (που βρίσκουν μόνα τους τον στόχο). Κυρίως, όμως, το Πεκίνο έχει αναπτύξει όπλα που στοχεύουν σε ομάδες μάχης A2/AD (Anti-access/Aerial Denial), δηλαδή τεχνητές φυσαλίδες, οι οποίες καθιστούν ολόκληρες περιοχές απροσπέλαστες, καθώς συνδυάζουν την αποτροπή με την καταστολή.
Πρωταρχικός σκοπός της ανάπτυξής τους ήταν η αντιμετώπιση ομάδων μάχης αεροπλανοφόρων στη Σινική Θάλασσα, χωρίς αυτό να αποκλείει το ενδεχόμενο τα συστήματα A2/AD να ενεργοποιηθούν επί ουκρανικού εδάφους, όπως για παράδειγμα στις προσαρτημένες από τη Μόσχα ουκρανικές περιοχές, αλλάζοντας πλήρως το πολεμικό τοπίο στην Ουκρανία. Το ρωσο-σινικό ρίσκο Ταυτόχρονα, τυχόν στρατιωτική εμπλοκή της Κίνας στο μέτωπο της Ουκρανίας θα σημάνει τον πλήρη αποκλεισμό της από τη διεθνή κοινότητα, την ώρα που «οι στρατηγικές εθνικής ασφάλειας και εθνικής άμυνας περιγράφουν την Κίνα ως την «επιταχυνόμενη» απειλή», όπως επισημαίνει η δεξαμενή σκέψης Atlantic Council.
Η ίδια προειδοποιεί πως «η ρωσική επιτυχία στην Ουκρανία θα οδηγούσε σχεδόν σίγουρα σε περαιτέρω επιθετικότητα στη Μαύρη Θάλασσα, στη Μολδαβία, και το πιο ανησυχητικό, στα κράτη της Βαλτικής, καθώς το Κρεμλίνο επιδιώκει να επανενσωματώσει πρώην αυτοκρατορικά εδάφη», επιτυχία η οποία θα αποκτούσε σοβαρές πιθανότητες με τη χείρα βοηθείας της Κίνας. Για τους περισσότερους αναλυτές, άλλωστε, η Ρωσία αναζητά εναγωνίως μια επιτυχία, καθώς στην ομιλία του για την κατάσταση του έθνους ο Βλαντιμίρ Πούτιν εμφανίστηκε «πιο ριζοσπαστικός», κατά το Politico.
Την πίεση προς το εσωτερικό του Κρεμλίνου αυξάνει και ο πόλεμος ανάμεσα στις φατρίες του καθεστώτος, καθώς ο ιδρυτής της Wagner και επιστήθιος φίλος του Ρώσου προέδρου, Γιεβγκένι Πριγκόζιν, κατηγόρησε για «εσχάτη προδοσία» τον Ρώσο υπουργό Αμυνας Σεργκέι Σοϊγκού και τον αρχηγό των ρωσικών Ενόπλων Δυνάμεων Βαλερί Γκερασίμοφ, εκπέμποντας μηνύματα αποσύνθεσης και παράλυσης στο εσωτερικό της διοίκησης Πούτιν. Ταυτόχρονα, πλήθος βίντεο στο Telegram καταγράφουν συμπλοκές μεταξύ Ρώσων στρατιωτών και μισθοφόρων της Wagner, ακόμη και στην πρώτη γραμμή της μάχης. Σε αυτό το κλίμα, ο πρώην πρωθυπουργός της Ρωσίας και «δορυφόρος» των θέσεων Πούτιν, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, προειδοποίησε το Κρεμλίνο πως αν η Μόσχα ηττηθεί, ο διαμελισμός της είναι προ των πυλών.