Ο τουρκικός εθνικισµός «σηµαδεύει» την Ελλάδα – Με ισχυρή άμυνα η Αθήνα ενισχύει τη διπλωματία της
Η Αθήνα είναι έτοιµη για µια µακρά περίοδο πολιτικών και στρατιωτικών πιέσεων της Τουρκίας κατά της Ελλάδας από τη Θράκη έως και την Ανατολική Μεσόγειο. Καµία από τις κινήσεις του Ερντογάν στην περιοχή µας δεν προκαλεί ερωτήµατα στους πιο έµπειρους Ελληνες διπλωµάτες ούτε στους πολιτικούς αναλυτές της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής των τελευταίων δεκαετιών.
Η Eλλάδα είναι γεωστρατηγικός «στόχος» της Τουρκίας, έξω από κάθε στρατηγική γραµµή του ΝΑΤΟ. Η Αγκυρα δεν ξεγελά καµία ηγεσία της ∆ύσης, ούτε και το ΝΑΤΟ άλλωστε, όταν σήµερα κινείται εκτός συµµαχικής γραµµής και οργανώνει τις πολιτικές της συνεργαζόµενη µε τη Ρωσία. Ο Ερντογάν έχει προ πολλού δείξει ότι οι «απόψεις» των Ευρωπαίων τον αφήνουν αδιάφορο, ότι τίποτε δεν περιµένει από την Ε.Ε. και ότι παίρνει το ρίσκο να «παίζει» έως ένα σηµείο µε τις ΗΠΑ.
Η ελληνική κυβέρνηση γνωρίζει ότι στη φάση αυτή η Τουρκία µε διαρκώς επιθετικές πολιτικές δοκιµάζει προκλητικά τις αντοχές της Αθήνας στο Αιγαίο και στην Ανατ. Μεσόγειο, αλλά και τα όρια ανοχής των ΗΠΑ στις αντι-δυτικές και φιλο-ρωσικές πολιτικές της στην περιοχή. Παρ’ ότι, πάντως, η Ουάσινγκτον «ανέχεται» το «διπλό παιχνίδι» του Ερντογάν, η Αγκυρα φέρει βαρέως το ότι οι ΗΠΑ θεωρούν σήµερα την Ελλάδα ως τον πλέον αξιόπιστο σύµµαχό τους στην περιοχή και ενισχύουν τις ελληνικές Ενοπλες Δυνάµεις.
Παραλογισμός
Η ελληνική κυβέρνηση µπορεί µεν να είναι προετοιµασµένη για να απαντήσει µε τις στρατιωτικές δυνάµεις της σε κάθε πολεµική κίνηση της Αγκυρας, αλλά η Αθήνα είναι αναγκασµένη να παραµένει αντιµέτωπη µε µία «εξ ανάγκης» διεστραµµένη αντίληψη της Δύσης για τον ρόλο της Τουρκίας: ΗΠΑ και ΝΑΤΟ εκτιµούν ότι, χάριν της «συνοχής» της Συµµαχίας της Δύσης, που πολεµά τη Ρωσία, µπορεί να γίνεται ανεκτή, έστω µετά δυσφορίας, η πολιτική ενός µέλους της, της Τουρκίας, που δεν συµµετέχει στις αποφάσεις του ΝΑΤΟ, διατηρεί στενή σχέση συνεργασίας µε τη Ρωσία και την ίδια ώρα αµφισβητεί την κυριαρχία εδαφών µιας χώρας-µέλους του ΝΑΤΟ, της Ελλάδας.
Στο κέντρο αυτού του παραλογισµού, η ελληνική κυβέρνηση κινεί τώρα τη διπλωµατία της στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ, προκειµένου να πείσει εταίρους και συµµάχους ότι η «ψυχραιµία» και η «κατανόηση» της Ελλάδας απέναντι στην περίπτωση της «αντάρτισσας» του ΝΑΤΟ Τουρκίας µπορούν ανά πάσα στιγµή να ακυρωθούν από µία «ακραία πρόκληση» της Αγκυρας.
Η ελληνική διπλωµατία υπογραµµίζει στους συνοµιλητές της ότι σε τέτοια περίπτωση, που δεν είναι διόλου απίθανη, η Τουρκία θα έχει καταφέρει στην «ενότητα» του ΝΑΤΟ ένα θανάσιµο πλήγµα και κατά βάση θα γελοιοποιήσει τη Συµµαχία – µε µόνη κερδισµένη βέβαια τη Ρωσία του Βλαδίµηρου Πούτιν. Η ελληνική πλευρά δυσκολεύεται να αντιληφθεί το ΝΑΤΟϊκής «λογικής» επιχείρηµα περί ενδεχόµενης ώθησης της Τουρκίας στην «αγκαλιά της Ρωσίας», δεδοµένου ότι από καιρό ο Ερντογάν πορεύεται «αγκαλιά» µε τη Μόσχα. Θετικό για την Αθήνα είναι το γεγονός ότι το θέµα της συµµετοχής της ρωσόφιλης Τουρκίας στο ΝΑΤΟ απασχολεί έντονα πλέον το Κογκρέσο των ΗΠΑ.
Μεσόγειος
Ενα δεύτερο σηµείο που προβληµατίζει ολοένα και περισσότερο το υπουργείο Εξωτερικών είναι το αν και κατά πόσον οι ΗΠΑ προτίθενται να «ασχοληθούν» σοβαρά µε τις ενεργειακές κατανοµές της Ανατολικής Μεσογείου, µε τις αντιπαλότητες και τα ζητήµατα ασφαλείας που θέτουν οι χώρες της περιοχής, µε την Κύπρο σε «ευαίσθητη» κεντρική θέση, υπό τουρκική πίεση, και µε το Ισραήλ «κεντρικό παίκτη».
Η ελληνική διπλωµατία εκτιµά ότι, όπως έχουν σήµερα τα πράγµατα, η Αγκυρα θα προκαλέσει ενδεχοµένως ένα «επεισόδιο» σε αυτή την περιοχή, για να εκβιάσει εξελίξεις, µε στόχο να πείσει τη Δύση ότι οι ενεργειακές κατανοµές σε Μεσόγειο και Αιγαίο έχουν ανάγκη τη «συνεννόηση» των Δυτικών και του Ισραήλ µε την Τουρκία.
∆ίπλα σε αυτά, ο Ερντογάν εµφανίζει ως «τετελεσµένο» τον χωρισµό της Κύπρου σε δύο ξεχωριστά κράτη και, παραλλήλως, διατηρεί ακέραιη την επιθετική πολιτική του προς την Ελλάδα σε κάθε «προσφερόµενο» πεδίο και µε σταθερό στόχο την επιβολή συγκυριαρχίας και συνεκµετάλλευσης πόρων στο Αιγαίο. Αυτά αποτελούν κεντρικούς άξονες του τουρκικού εθνικισµού, που συγκεντρώνει υπό τον χιτλερικού τύπου «αναθεωρητή» Ερντογάν ισλαµιστές, κεµαλιστές και φανατισµένους ακροδεξιούς.
Οι υπολογισμοί
Η Αθήνα υπολογίζει ότι αυτά δεν πρόκειται να αλλάξουν στο ορατό µέλλον, όποια κι αν θα ήταν προσεχώς η εξέλιξη των σχέσεων του Ερντογάν µε τις ΗΠΑ και η υπόθεση των F-16. Αλλά το γεγονός ότι γενικότερα οι ηγεσίες της Δύσης υιοθετούν στάση «Τσάµπερλεϊν» έναντι του επιθετικού Ερντογάν επηρεάζει άµεσα την ελληνική διπλωµατία. Η Αθήνα έχει απέναντί της τη ζαλισµένη ηγεσία µιας αδύναµης Ευρωπαϊκής Ενωσης και παραλλήλως η ελληνική διπλωµατία έχει στα «µείον» της ότι οι εξελίξεις στο ουκρανικό ζήτηµα την έφεραν σε σχέση εχθρότητας µε τη Ρωσία, προς µέγα όφελος της Τουρκίας. Η ελληνική εξωτερική πολιτική δοκιµάζεται αυτή την περίοδο µέσα σε δύσκολες συνθήκες διεθνών ανακατατάξεων, έχοντας απέναντί της τον επεκτατικό τουρκικό ισλαµισµό.
*Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 27 Αυγούστου 2022.