Ο Ότο Πρέμινγκερ, γνωστός ως «ο δικτάτορας των πλατό», υπήρξε μια από τις πιο επιδραστικές προσωπικότητες του Χόλιγουντ, ξεχωρίζοντας για την αυστηρότητά του και την ανεξαρτησία του στον κινηματογραφικό κόσμο. Μέσα από τις ταινίες του, όπως το «The Man with the Golden Arm» και «Anatomy of a Murder», έσπασε τα αμερικανικά ταμπού, αγγίζοντας ευαίσθητα κοινωνικά θέματα και προάγοντας μια νέα εποχή κινηματογραφικής ελευθερίας.
Ο Πρέμινγκερ, πνευματώδης, με τη σοφιστικέ προσέγγιση των θεμάτων του, τολμηρός, θίγοντας πολλές φορές θέματα ταμπού για το Χόλιγουντ και την αμερικάνικη κοινή γνώμη και ευαίσθητος πίσω από την κινηματογραφική του κυνικότητα, απέκτησε φήμη και αναγνώριση για δυο βασικούς λόγους: Τον «δικτατορικό» χαρακτήρα του, με τον οποίο αντιμετώπιζε τους πάντες μέσα στα κινηματογραφικά πλατό – οι καυγάδες με πολλούς ηθοποιούς, που δεν άντεχαν τη σκληρή και ορισμένες φορές απαξιωτική του στάση, παροιμιώδεις – και τον περίφημο απόλυτο έλεγχο που διατηρούσε στα κινηματογραφικά του εκφραστικά μέσα και στο τελικό αποτέλεσμα των ταινιών του, κάτι πρωτόγνωρο για το Χόλιγουντ εκείνων των εποχών. Κάτι ανάλογο είχε καταφέρει ο Τζον Φορντ. Μάλιστα, όπως αποκαλύφτηκε, ο χαρακτηρισμός του «δικτάτορα» ή του «Ότο ο τρομερός», του άρεσε και τον τόνωσε ο ίδιος, καθώς είδε ότι του ανέβαζε τις μετοχές στο χρηματιστήριο της Μέκκας του κινηματογράφου, ενώ συνειδητοποίησε ότι μπορούσε να αποφεύγει τις παρεμβάσεις των παραγωγών.
Έχοντας θεατρικές ρίζες από τη Γερμανία και μέσω της συνεργασίας του με τον Μαξ Ράινχαρντ στο Βερολίνο, ο Πρέμινγκερ έφερε στο αμερικάνικο σινεμά τη προσέγγιση του Ευρωπαίου καλλιτέχνη, τη διαφορετική ματιά και τον συνδυασμό του ψυχαγωγικού θεάματος με τα βαθύτερα και ουσιαστικότερα ζητήματα. Ο Αυστριακός σκηνοθέτης, μαζί με τους συναδέλφους του, προερχόμενους από τη βόρεια Ευρώπη, Έρνστ Λιούμπιτς, Φριτς Λανγκ, Μπίλι Γουάιλντερ και Ρόμπερτ Σιόντμακ, προσέφεραν πολλά στον αμερικάνικο κινηματογράφο και ειδικότερα στο φιλμ νουάρ, είδος στο οποίο έγραψε τη δική του ιστορία, ειδικότερα με τη «Λάουρα».
Ο Φριντς Λανγκ, που εκτός από το νουάρ, καταπιάστηκε με σχεδόν όλα τα κινηματογραφικά είδη, από το δράμα, κωμωδίες και πολεμικές περιπέτειες, μέχρι γουέστερν και θρίλερ, έχει στο ενεργητικό του μια σειρά από σπουδαίες ταινίες, μαγνητίζοντας το κοινό, με το σαγηνευτικό του παιχνίδι σκοτεινών και φωτεινών χαρακτήρων και καταστάσεων, το αίσθημα της ενοχής και της αθωότητας, την αναμέτρηση ανθρώπινων ενστίκτων, της επιθυμίας, του πόθου, της ελκυστικής αμαρτίας και του καταδικασμένου έρωτα.
Όμως, ο Ότο Πρέμινγκερ, που γεννήθηκε πριν 120 χρόνια (5 Δεκεμβρίου 1905), δεν είχε μία εύκολη πορεία μέχρι να φτάσει στην κορυφή της σκηνοθετικής πυραμίδας, περνώντας από πολλά στάδια, συγκρούσεις και δυσκολίες, ενώ σχεδόν πάντα ο συγκρουσιακός του χαρακτήρας επηρέασε και την προσωπική του ζωή και ειδικά τις σχέσεις του με τις γυναίκες.
Από την ταπεινή Βουκοβίνα
Γεννημένος στο Βίσνιτς της Βουκοβίνας, της Αυστροουγγαρικής αυτοκρατορίας, από Εβραίους γονείς, μεγάλωσε σε καλές συνθήκες, μαζί με τον μικρότερο αδερφό του Ίνγκβαλντ, παραγωγό και της διάσημης αντιπολεμικής ταινίας «MASH». Με την έναρξη του Μεγάλου Πολέμου, η οικογένειά του έφυγε από τη Βουκοβίνα, για να εγκατασταθεί στο Γκρατς, όπου ο πατέρας του εξασφάλισε τη θέση του εισαγγελέα. Ο 10χρονος Ότο, γράφτηκε σε ένα καθολικό σχολείο, στο οποίο δεν είχε θέση η εβραϊκή θρησκεία. Ο πατέρας του τον επόμενο χρόνο κλήθηκε στη Βιέννη για μια ζηλευτή θέση, ως γενικός εισαγγελέας, που αρχικά αρνήθηκε, διότι του ζητήθηκε να ασπαστεί τον καθολικισμό. Τελικά, έναν χρόνο μετά εγκαταστάθηκαν στη Βιέννη, όπου ο Ότο το 1928 απέκτησε πτυχίο νομικής.
Το μικρόβιο του θεάτρου και ο Μαξ Ράινχαρντ
Το μικρόβιο του θεάτρου μπήκε στον Πρέμινγκερ από την εφηβεία του, θέλοντας να γίνει ηθοποιός. Γρήγορα άρχισε να ανεβάζει και τις δικές του παραστάσεις και να χάνει όλο και περισσότερα μαθήματα στο σχολειο. Ωστόσο, ταυτόχρονα με τις θεατρικές του ασχολίες συνέχισε τις σπουδές του και εν τέλει πήρε το πτυχίο της νομικής, θέλοντας να ικανοποιήσει τις απαιτήσεις του πατέρα του, που είχε αποκτήσει ένα μεγάλο δικό του δικηγορικό γραφείο στη Βιέννη, μετά τον πόλεμο. Όταν ο περίφημος Μαξ Ράινχαρντ ανακοίνωσε τη δική του θεατρική εταιρεία, ο Πρέμινγκερ, ακόμη ανήλικος, θεώρησε ότι αυτό ήταν ένα κάλεσμα του πεπρωμένου για το θεατρικό του μέλλον. Μετά από επίμονες προσπάθειές του βρέθηκε δίπλα στον διάσημο Αυστριακό σκηνοθέτη ως μαθητευόμενος. Οι δυο τους ανέπτυξαν μια σχέση μέντορα και προστατευόμενου και έγιναν φίλοι. Ο Πρέμινγκερ, ωστόσο εγκατέλειψε τον μέντορά του, για να χαράξει τον δικό του δρόμο, έχοντας αποκτήσει μία αναγνωρισιμότητα από τη σχέση του με τον διάσημο θεατράνθρωπο.
Πρώτη ταινία – πρώτος γάμος
Το 1930, ένας πλούσιος βιομήχανος από το Γκρατς, που φιλοδοξούσε να γίνει παραγωγός, του πρότεινε να σκηνοθετήσει μια ταινία, το αισθηματικό δράμα «Die große Liebe». Ο Πρέμινγκερ, που δεν είχε το ίδιο πάθος με το θέατρο για το σινεμά, δέχτηκε να τη γυρίσει, απέσπασε θετικές κριτικές, ενώ ταυτόχρονα συνέχισε να σκηνοθετεί στο θέατρο, φτάνοντας τις 26 παραστάσεις στο ενεργητικό του, αν και αρκετά νέος. Το 1931 έκανε και τον πρώτο από τους τρεις συνολικά γάμους του, με τη Μάριον Μιλ, την οποία παντρεύτηκε μισή ώρα μετά την οριστικοποίηση του διαζυγίου της.
Η πρόταση από Αμερική και η σύγκρουση
Το 1935 δέχτηκε από τον Αμερικάνο παραγωγό Τζόζεφ Σενκ, γνωστό κυνηγό ταλέντων, πρόταση να ενταχθεί στην Twentieth Century-Fox, κάτι που αποδέχτηκε μέσα σε λίγα λεπτά. Αφού γύρισε μία κωμωδία, με πρωταγωνιστή τον Λόρενς Τίμπετ, μέσα στην προγραμματισμένη προθεσμία και χωρίς να βγει από τον προϋπολογισμό – κάτι για το οποίο έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης στο Χόλιγουντ – κλήθηκε το 1937 από τον περίφημο παραγωγό του Χόλιγουντ Ντάριλ Ζανούκ να σκηνοθετήσει την ταινία «Kidnapped». Ο περιβόητος τσακωμός τους άφησε άνεργο τον Πρέμινγκερ και τον οδήγησε στο Μπρόντγουεϊ, όπου γνώρισε τον θρίαμβο.
Η ανεπανάληπτη «Λάουρα»
Έπειτα από μία σειρά ταινιών, που δεν έκαναν ιδιαίτερη αίσθηση στο κοινό, ήρθε η μεγάλη στιγμή για τον Πρέμινγκερ, καθώς αντικατέστησε τον Ρόμπερτ Μαμούλιαν, στα γυρίσματα ενός νουάρ β διαλογής, όπως ήταν αρχικά σχεδιασμένο. Πρόκειται για τη «Λάουρα», που τον έφερε σε σύγκρουση με όλα τα μέλη της παραγωγής και μετά από πολλές περιπέτειες, το 1944 παρέδωσε το κορυφαίο και ανεπανάληπτο φιλμ νουάρ του σινεμά. Ένα εμβληματικό φιλμ, γύρω από έναν αστυνομικό που ερευνά τη δολοφονία της πανέμορφης Λόρα, μαγεύεται από έναν πίνακά της και ξαφνικά τη βλέπει ζωντανή. Μία απαράμιλλης γοητείας ταινία, τολμηρότατη για τη διφορούμενη, έως και διαστροφική, φύση των πρωταγωνιστών. Ένα φιλμ τομή στο νουάρ, που συνοδεύεται από το αξέχαστο σάουντρακ του Ντέιβιντ Ράκσιν και βραβεύτηκε με το Όσκαρ φωτογραφίας.
Νταής με τη λογοκρισία
Ο Πρέμινγκερ συνέχισε να είναι έντονος χαρακτήρας. Ο Λόρενς Ολιβιέ, ένας από τους πολλούς ηθοποιούς που δέχτηκαν το ύφος του, τον χαρακτήρισε «νταή». Γύρισαν αρκετές ταινίες, πολλές από τις οποίες λογοκρίθηκαν, καθώς τα φιλμ του μιλούσαν για θέματα ταμπού, όπως ήταν ο αλκοολισμός, τα ναρκωτικά, η σεξουαλική κακοποίηση και άλλα.
Ανατομία Ενός Εγκλήματος
Το 1955, ο Πρέμινγκερ γύρισε ακόμη ένα φιλμ, που είχε προβλήματα με τη λογοκρισία. Ο λόγος για το μελόδραμα «Ο Άνθρωπος με το Χρυσό Χέρι», καθώς ο πρωταγωνιστής και νικητής των Όσκαρ, Φρανκ Σινάτρα, υποδύεται έναν εξαρτημένο από τα ναρκωτικά. Το 1959 θασκηνοθέτησε την «Ανατομία Ενός Εγκλήματος», που ήταν υποψήφια για επτά Όσκαρ. Το φιλμ αποτυπώνει με ρεαλισμό τα γεγονότα μιας δικαστικής διαμάχης σχετικής με τον βιασμό μίας γυναίκας από έναν στρατιωτικό.
Ο Ότο Πρέμινγκερ έφυγε από τη ζωή στις 23 Απριλίου του 1986, χτυπημένος από τον καρκίνο. Έμεινε στην κινηματογραφική ιστορία ως ένας από τους σημαντικότερους σκηνοθέτες, «τύραννος» στα πλατό και με ιδιαίτερες ευαισθησίες στα κοινωνικά ζητήματα και στην ευαλωτότητα των ανθρώπων, που κατάφερε να αντιμετωπίσει τους παραγωγούς του Χόλιγουντ και να καταστεί άτυπος μέντορας σημαντικών δημιουργών.
Όλα τα viral video εδώ.