«Βόμβα» για τη νεκροψία της Μέριλιν Μονρό
Ο ιατροδικαστής “σπάει” τη σιωπή μετά από 60 χρόνια
«Βόμβα» για τη νεκροψία της Μέριλιν Μονρό. Ο ιατροδικαστής “σπάει” τη σιωπή μετά από 60 χρόνια
Έξι δεκαετίες μετά τον ξαφνικό θάνατο της Μέριλιν Μονρό, η υπόθεση που σημάδεψε την αμερικανική κουλτούρα επανέρχεται στο προσκήνιο. Ο Τόμας Νογκούτσι, τότε ένας νεαρός βοηθός ιατροδικαστής στο Λος Άντζελες, αποκαλύπτει για πρώτη φορά τις αμφιβολίες και τις ενοχές που τον κατατρέχουν από εκείνη την Κυριακή του 1962.
Όταν έφτασε στη δουλειά εκείνο το πρωινό, τον περίμενε ένα όνομα που θα άλλαζε τη ζωή του: Μέριλιν Μονρόε. Η γυναίκα που είχε τραγουδήσει σαγηνευτικά στον πρόεδρο Κένεντι μόλις δύο μήνες πριν, είχε βρεθεί νεκρή. Παρά την ύπαρξη άλλων περιστατικών με προτεραιότητα, το επείγον της υπόθεσης ήταν αδιαμφισβήτητο.
Στο σημείωμα του ερευνητή, περιγραφόταν ως «λευκή γυναίκα, 1,63 ύψος, 52 κιλά», με πολλά άδεια μπουκαλάκια υπνωτικών και ηρεμιστικών στο κομοδίνο. Ήταν ξαπλωμένη γυμνή, με το χέρι ακουμπισμένο στο τηλέφωνο. Σύμφωνα με τον Νογκούτσι, παρόλο που τα στοιχεία έδειχναν αυτοκτονία, έπρεπε να γίνει πλήρης νεκροψία για να επιβεβαιωθεί.
Ο νεαρός τότε ιατροδικαστής θυμάται τη σύνδεση που ένιωσε με τη σταρ, μιας και ήταν σχεδόν συνομήλικοι. Εξέτασε με κάθε λεπτομέρεια το σώμα της, ψάχνοντας για σημάδια ένεσης — στο δέρμα, στο τριχωτό της κεφαλής, στα χέρια, στα πόδια. Δεν βρήκε τίποτα.
Η μεγάλη έκπληξη ήρθε όταν, κατά την τομή, δεν εντόπισε οπτικά υπολείμματα χαπιών στο στομάχι της, παρά το γεγονός πως δίπλα της είχαν βρεθεί φιαλίδια με υπνωτικά. Συλλέχθηκαν δείγματα για τοξικολογικές αναλύσεις και ο Νογκούτσι περίμενε την επιβεβαίωση της αρχικής εκτίμησης: υπερβολική δόση χαπιών.
Όμως όταν έφτασαν τα αποτελέσματα, κάτι δεν πήγαινε καλά. Οι αναλύσεις έδειξαν θανατηφόρα επίπεδα πεντοβαρβιτάλης και χλωραλικής υδράτης στο αίμα της, όμως δεν ελέγχθηκε ποτέ το στομάχι ή τα άλλα όργανα για υπολείμματα. Ο επικεφαλής τοξικολόγος θεώρησε τη διαδικασία περιττή και τα δείγματα καταστράφηκαν. Ο Νογκούτσι, παρά τις επιφυλάξεις του, δεν τόλμησε να αμφισβητήσει τους ανωτέρους του – φοβούμενος για τη θέση του.
Λίγο μετά, η επίσημη αναφορά του αρχι-ιατροδικαστή Θίοντορ Κέρφι έκλεινε το θέμα: αυτοκτονία. Έκανε λόγο για ψυχικά προβλήματα, χρήση ηρεμιστικών, προϋπάρχουσες απόπειρες και “γνώση των κινδύνων” από την ίδια. Όμως το κοινό δεν πείστηκε ποτέ.
Σύμφωνα με τη συγγραφέα Άννα Σουν Τσόι, που αφηγείται την ιστορία στο νέο βιβλίο LA Coroner, ο Νογκούτσι ήθελε να συνεχίσει την έρευνα – να εξετάσει το περιεχόμενο του στομάχου και τα όργανα, αλλά ήταν πλέον πολύ αργά. Είχε χάσει κάθε δυνατότητα να επιβεβαιώσει ή να αποκλείσει το ενδεχόμενο ενέσιμης χορήγησης των ουσιών.
Η συνείδησή του δεν τον άφησε ποτέ ήσυχο. Για χρόνια αναρωτιόταν: γιατί να ανατεθεί μια τόσο κρίσιμη υπόθεση σε έναν νεοδιορισμένο ιατροδικαστή; Μήπως επρόκειτο για ένα καλά σκηνοθετημένο σενάριο συγκάλυψης; Ο ίδιος, που στη συνέχεια έγινε διάσημος για τις νεκροψίες διασήμων όπως του Ρόμπερτ Κένεντι, της Νατάλι Γουντ και της Σάρον Τέιτ, ποτέ δεν μπόρεσε να σβήσει τις σκιές εκείνης της πρώτης του μεγάλης υπόθεσης.
Η φήμη του Νογκούτσι εκτοξεύθηκε – ενέπνευσε μάλιστα και την τηλεοπτική σειρά Quincy, M.E. – αλλά και η καριέρα του σημαδεύτηκε από αντιπαραθέσεις. Έχασε τη θέση του δύο φορές, κατηγορήθηκε για κακοδιαχείριση και επανήλθε μέσω έφεσης, κάνοντας λόγο για ρατσισμό.
Σήμερα, στα 98 του, εξακολουθεί να ερευνά και να γράφει, με την ελπίδα να φτάσει τα 100 – και ίσως, τελικά, να βρει την απάντηση που τον βασανίζει για περισσότερο από μισό αιώνα.
Όλα τα viral video εδώ.