Οι τελευταίες στιγμές του Ντίνου Ηλιόπουλου
Οι τελευταίες στιγμές του Ντίνου Ηλιόπουλου. Η Χίλντα Ηλιοπούλου ανασύρει μνήμες που της «ματώνουν» την ψυχή και περιγράφει στιγμές με τον αξέχαστο πατέρα της
Οι τελευταίες στιγμές του Ντίνου Ηλιόπουλου. «Κουβαλάει» ένα όνομα βαρύ, με μεγάλη ιστορία, γεμάτο φως, αγάπη, δόξα, ευγένεια και πολιτισμό. Έχει καταφέρει να το τιμήσει με το σεμνό χαρακτήρα της και τη δουλειά της. Η Χίλντα Ηλιοπούλου, κόρη του σπουδαίου ηθοποιού Ντίνου Ηλιόπουλου, είναι χαμηλών τόνων και διαθέτει την ευγένεια του πατέρα της. Είναι ευαίσθητη, ειλικρινής και δεν θα μπορούσε να είναι κάτι άλλο από ηθοποιός. Έχει «μπολιαστεί» με τις αξίες και τα ταλέντα των παλιών ηθοποιών, ταλέντο κι αυτή από μικρή, όταν ο πατέρας της την «έκρυβε» στα σκηνικά, όπου κατάλαβε πως η σκηνή είναι κάτι μαγικό.
Οι τελευταίες στιγμές του Ντίνου Ηλιόπουλου
Αυτή τη… μαγεία ακολούθησε και η ίδια, σαν κάτι φυσικό. Για όλα μίλησε η Χίλντα Ηλιοπούλου στην «ΟΝ time Σαββατοκύριακο», ανασύροντας μνήμες που χαϊδεύουν αλλά και «ματώνουν» την ψυχή της. Καλλιτέχνιδα από κούνια, έκανε αυτό που λέει η καρδιά της, αποφάσισε να πάρει… αποστάσεις όταν χρειάστηκε και κατάφερε να αντισταθεί σε καθετί φθηνό. Μας αποκάλυψε το λόγο που για χρόνια έφυγε από το θεατρικό χώρο, τον οποίο αγάπησε από παιδί, αναφέρθηκε στο #ΜeToo και τις δικές της εμπειρίες, στην ψυχοθεραπεία, που τη βοήθησε, και στη στιγμή που τα δάκρυα κυλούσαν σαν ποτάμι στα μάγουλά της πάνω στη σκηνή…
Η πρώτη μεγάλη σου πληγή ήταν όταν «έφυγε» ο πατέρας σου;
Ένα πράγμα που θυμάμαι ότι λειτούργησε σαν βάλσαμο στην καρδιά μου ήταν ότι τουλάχιστον είχε ζήσει πολλά χρόνια, ήταν υπέργηρος, γέμισε, είχε κάνει έναν κύκλο ζωής. Δεν είσαι όμως ποτέ προετοιμασμένος όταν φεύγει από τη ζωή σου κάποιος δικός σου άνθρωπος. Πρώτα «έφυγε» ο πατέρας μου, αργότερα η μητέρα μου… δύσκολα συναισθήματα, δεν ξεπερνιούνται αυτά. Όταν πέθανε ο πατέρας μου, ήμουν 29 χρονών. Πήγαινα πολύ καλά στη δουλειά μου, ο πατέρας μου με είχε δει σε παραστάσεις και στην τηλεόραση… αυτό όμως που ήταν δύσκολο στη συγκεκριμένη περίπτωση είναι ότι μοιράζεσαι αυτό τον πόνο μαζί με μια ολόκληρη χώρα και δεν έχεις δικαίωμα να το στερήσεις αυτό στους ανθρώπους που τον αγάπησαν, τον στήριξαν και τον ανέβασαν τόσο ψηλά. Αυτό, λοιπόν, το ότι δεν ήταν μια προσωπική στιγμή γιατί ακόμα και στην κηδεία ήταν όλο το πανελλήνιο, όσο μεγάλη τιμή κι αν είναι, ταυτόχρονα είναι και δύσκολο. Επίσης, είναι δύσκολο να πηγαίνεις στο νοσοκομείο και να βλέπεις μια ατέλειωτη ουρά απ’ έξω – και δεν μιλάω μόνο για τα ΜΜΕ αλλά για τον απλό κόσμο, σκέψου ότι παλιά ήταν αλλιώς τα πράγματα και δεν υπήρχαν τα social. Είναι ο πατέρας σου και εσύ πρέπει να περάσεις από ανθρώπους που θα σε ρωτήσουν για το δικό σου άνθρωπο αλλά με τη δική τους οπτική, του γνωστού, του διάσημου, ενώ εσύ υποφέρεις για τον πατέρα σου. Είναι δύσκολες στιγμές αυτές, αλλά δεν έχεις το δικαίωμα να τις στερήσεις από κανέναν. Υποφέρεις γιατί για σένα είναι ο μπαμπάς σου, αλλά είναι εξίσου σημαντικό ότι οι άλλοι τον αγαπάνε γιατί είναι ο Ηλιόπουλος. Θυμάμαι στην κηδεία του όλη αυτή τη λαοθάλασσα, εγώ ήμουν νέα και ήταν ακόμα «ακατέργαστα» κάποια συναισθήματα.
Ποια είναι η πιο γλυκιά στιγμή με τον πατέρα σου που τη θυμάσαι έντονα;
Δεν είναι μία, είναι πολλές στιγμές. Θυμάμαι την ημέρα που μου έδωσε τους δίσκους του (βουρκώνει). Θυμάμαι όταν τον χτένιζα στο καμαρίνι, όταν με έκρυβε πάνω στη σκηνή, μέσα στα σκηνικά, για να μπορώ να βιώνω αυτό που μου αρέσει, τα δωράκια που μας έφερνε, τα παιχνίδια που παίζαμε με τα χέρια μας, που σχημάτιζε κάποια κουκλάκια. Θυμάμαι την τρυφερότητά του, τον ήχο του μέσα στο σπίτι, τις συζητήσεις μας για βιβλία, είναι τόσα πολλά… είναι άδικο να ξεχωρίσω. Ήταν μια ευλογία.
Ποια είναι η τελευταία στιγμή που θυμάσαι, καθώς ο πατέρας σου έμεινε και ένα διάστημα στην εντατική;
Θυμάμαι, έμενα στο Κολωνάκι και με παίρνει τηλέφωνο από την κεντρική κλινική μια νοσοκόμα και μου λέει: «Ο μπαμπάς σας σας θέλει». Αγχώθηκα πάρα πολύ. «Δώστε τον μου να του μιλήσω», της απάντησα με αγωνία. «Δεν θέλω τίποτα, έτσι ήθελα να σου μιλήσω», μου είπε. Τρελάθηκα. Βγήκα τρέχοντας και έφτασα με την ψυχή στο στόμα στην κλινική, μπήκα μέσα και ο πατέρας μου μου είπε ότι ήθελε τσιγάρο και ντρεπόταν να το ζητήσει επειδή ήταν στην εντατική. Προσπαθούσε να βρει τρόπο να του πάει κάποιος ένα τσιγάρο (γέλια).
Η συνέχεια στην “ONtime Σαββατοκύριακο”.