
Άννα Αδριανού: Η μάχη με τους δαίμονες
Άννα Αδριανού: Η μάχη με τους δαίμονες. Η σπουδαία ηθοποιός σε μια εξομολόγηση ψυχής στην “OnTime Σαββατοκύριακο”
Άννα Αδριανού: Η μάχη με τους δαίμονες. Μπορεί να δείχνει «ήρεμο ποτάμι», γιατί έχει αυτογνωσία, γλυκύτητα, αισιοδοξία και πολλή αγάπη, αλλά δεν διστάζει να γίνει σκληρή, ακόμα και… αιρετική, απόλυτη και ωμή για χάρη ενός ρόλου. Η Άννα Αδριανού βάζει άλλο ένα δύσκολο θεατρικό στοίχημα και μεταμορφώνεται σε Λένι Ρίφενσταλ, «την κινηματογραφίστρια του Χίτλερ», όπως έχει μείνει γνωστή στην ιστορία. Για την απόφαση της αυτή, το ψεύτικο «άλλοθι» και την ηθική της τέχνης η Άννα Αδριανού μίλησε στην «ON time Σαββατοκύριακο» η σπουδαία κυρία του θεάτρου μας, συγγραφέας και σεναριογράφος, με πολλές μεγάλες επιτυχίες στο ενεργητικό της.
Άννα Αδριανού: Η μάχη με τους δαίμονες
Μια συζήτηση μαζί της έχει πάντα ενδιαφέρον γιατί -μεταξύ άλλων- μας αποκαλύπτει μεταφυσικές αλήθειες, καθώς έχει ασχοληθεί πολύ με αυτές και με την ανύψωση της ψυχής της. Εδώ και πολλά χρόνια, έχει διανύσει χιλιόμετρα στο σανίδι, με ήθος και αξιοπρέπεια τόσο στην τέχνη όσο και στη ζωή της, διατηρώντας μέσα της τις αξίες και τις αρχές που πήρε από το φιλόσοφο πατέρα της, το σπουδαίο ηθοποιό Νίκο Βασταρδή. Με αφορμή το δύσκολο ρόλο της, αναφέρθηκε στη σύγκρουση της ηθικής με την τέχνη, στον απολυταρχισμό και την προπαγάνδα, στην τρέλα της επιτυχίας, στο φως και το σκοτάδι, στους… δαίμονες που ξόρκισε, στον Θεό και το διάβολο, στο ντάρμα και το κάρμα της, στις «πληγές» της, στον πόνο και στο… μάτωμα της ψυχής της.
Να ξεκινήσουμε με το ιδιαίτερο έργο του Άγγελου Ανδρεόπουλου «Η Λένι Ρίφενσταλ κοιμάται τα βράδια;», όπου πρωταγωνιστείς, σε διασκευή-σκηνοθεσία και φωτισμούς της Βάνας Πεφάνη, κάθε Δευτέρα και Τρίτη στο θέατρο «Φούρνος».
Είναι ένα πολύ ιδιαίτερο και θα έλεγα αιρετικό έργο. Η Λένι Ρίφενσταλ ήταν ανάμεσα στους μεγαλύτερους σκηνοθέτες του κινηματογράφου. Έκανε πρωτοποριακά πράγματα με την κάμερα, τα οποία μέχρι τότε δεν υπήρχαν. Η γυναίκα αυτή ήταν το δεξί χέρι του Χίτλερ. Οι μεγάλες ταινίες της ήταν οι προπαγανδιστικές ταινίες του Γ’ Ράιχ και του Χίτλερ. Με λίγα λόγια, τα αριστουργήματα που έφτιαξε, ειδικά «Ο θρίαμβος της θέλησης», η πρώτη συγκέντρωση του Γ’ Ράιχ με τον κόσμο, και το «Olympia», η κινηματογράφηση των Ολυμπιακών Αγώνων με αφορμή τη διεξαγωγή τους στο Βερολίνο το 1936. Ιστορικά είναι πάρα πολύ γνωστό πρόσωπο. Άσκησε μεγάλη επιρροή με την κινηματογράφησή της από τον αιώνα της μέχρι και σήμερα. Η ίδια ήταν και ηθοποιός, πρωταγωνίστρια του βωβού κινηματογράφου και χορεύτρια, πριν γίνει κινηματογραφίστρια. Είχε τεράστια προσωπικότητα και θέληση, αλλά όλα αυτά που οραματίστηκε, για να μπορέσει να τα κάνει -για να βρει τα μέσα και τα χρήματα που χρειαζόταν-, ουσιαστικά υπηρέτησε το κακό, στην προκειμένη περίπτωση το ναζισμό. Η ίδια στη δίκη της και σε όλες τις συνεντεύξεις της, παντού έλεγε και είχε σαν απολογία της γι’ αυτό -γιατί δικάστηκε, αλλά στο τέλος πήρε απαλλαγή- ότι «εγώ δεν είχα ιδέα από πολιτική, δεν με αφορά η πολιτική, δεν με αφορά τι γινόταν γύρω μου, δεν μπορούσα να το σταματήσω, εγώ είμαι καλλιτέχνις». Μάλιστα, υπάρχει μια φράση όπου λέει χαρακτηριστικά: «Η τέχνη δεν έχει ηθική. Είναι πέρα από το καλό και το κακό, έχει μόνο όραμα». Όλο το έργο διαδραματίζεται στα τέλη του’60, αρχές ’70, που έχει κερδίσει όλες τις δίκες, αλλά βεβαίως είναι ένα όνομα κι ένα πρόσωπο που έχει αμαυρωθεί από αυτά που έκανε. Ένας προοδευτικός δημοσιογράφος-παρουσιαστής τής παίρνει μια συνέντευξη, στην οποία υπάρχει και κοινό και κάμερα για την τηλεόραση. Είναι μια σύγκρουση δύο τρόπων σκέψης. Αυτός θέλει να την ξεμπροστιάσει και σε όλη τη συνέντευξη προσπαθεί με κάθε τρόπο να την εκθέσει, γιατί πιστεύει –όπως κι εμείς- ότι, ίσα ίσα, η τέχνη οφείλει να έχει ηθική. Είναι ένα έργο όπου η πολιτική έχει να κάνει με την ηθική, με τον ανθρωπισμό, με την ενσυναίσθηση και με την αδιαφορία ή το ενδιαφέρον για το τι συμβαίνει στους άλλους ανθρώπους. Εκείνη πάει σε αυτή τη συνέντευξη αντίθετα, για να υποστηρίξει τη θέση της και να ξεπλύνει το όνομά της, να ξεμπλέξει απ’ όσα την κατηγορούν. Αυτή η παράσταση έχει τρομερό σασπένς, σχεδόν σαν θρίλερ, ξανά και ξανά, μια σύγκρουση δύο ανθρώπων με έντονες προσωπικότητες, δύο διαφορετικών στάσεων ζωής.

Η Λένι Ρίφενσταλ «έπαιξε» με τους δικούς της… δαίμονες. Οι δικοί σου ποιοι είναι, έχεις καταφέρει να τους ξορκίσεις;
Πολλούς «δαίμονές» μου έχω καταφέρει να τους ξορκίσω, αλλά, ξέρεις, επειδή η ζωή ψυχολογικά για τον κάθε άνθρωπο είναι ένας δρόμος μάθησης που δεν σταματάει ποτέ, κάποιες φορές ξορκίζεις προβλήματα και τα λύνεις, αλλά έπειτα από αυτό προκύπτει κάτι άλλο που δεν το είχες φανταστεί. Είναι μια πορεία, μια σπουδή του εαυτού μας. Κάποια άλλα «μαθήματα». Νομίζω ότι ο δικός μου «δαίμονας», όπως όλων των ανθρώπων, είναι κατ’ αρχάς ο εγωισμός και το «εγώ», που μας προκαλεί πολλά προβλήματα. Μας κάνει δυστυχισμένους, να νιώθουμε αδικημένοι. Ο μεγαλύτερος «δαίμονάς» μου ήταν αυτός. Είχα μια υπερβάλλουσα αίσθηση του «αυτό είναι άδικο», «το δίκαιο παραβιάζεται», αυτό το έχω δουλέψει πλέον. Ο πατέρας μου έλεγε «εγώ θα κάνω πάντα το δίκαιο», αλλά από τη δική μου μεριά μπορώ να μην τρελαίνομαι, να μη θέλω να τιμωρήσω ή να εκδικηθώ κάποιον. Γιατί αυτό είναι αρνητισμός. Τώρα λέω: «Θα το πληρώσει, γιατί η ζωή δεν είναι άδικη. Η ζωή έχει το δικό της δίκιο, σε άλλους χρόνους, γιατί εμείς το θέλουμε εδώ και τώρα». Χωρίς θυμό. Σαν συνέπεια. Γιατί όλα είναι συνέπεια. Και το καλό και το κακό. Όλα έχουν ένα τίμημα.
Για να τα κάνεις όλα αυτά στην καριέρα σου και στην αυτοβελτίωσή σου, πάλεψες πολύ;
Ναι. «Μάτωσα», όπως σου είπα, όμως, δεν φοβάμαι τον πόνο. Αυτός ήταν ένας από τους «δαίμονές» μου -όλων των ανθρώπων είναι- που μέσα στα χρόνια μπόρεσα κάπως να τον παλέψω. Δεν είμαστε το κέντρο του σύμπαντος, ρε γα@@@ο. Αν δεις τον εαυτό σου πιο ανάλαφρα, θα δεις και τη ζωή έτσι. Και η ζωή είναι ωραία, αρκεί να λείπουν η μεμψιμοιρία και η αυτολύπηση. Αυτά μαθαίνω και στα παιδιά μου στο «Θέατρο των Αλλαγών», πέρα από την υποκριτική που διδάσκω, και τα πάνε πολύ καλά. Θέλω να συζητάμε και να τους λέω κάποια πράγματα για το πώς να ζήσουν.
Η συνέχεια στην “OnTime Σαββατοκύριακο”.