Όλα τα νέα στην ώρα τους
Lifestyle, Gossip, Celebrity News

Ερρίκος Πετιλόν: Η μάχη με τις ερινύες και τα ναρκωτικά

Ο γνωστός ηθοποιός και πρώην μοντέλο βρίσκεται πλέον σε δομή, για να βελτιώσει την ψυχική του υγεία

Ο Ερρίκος Πετιλόν κρίθηκε αθώος από το δικαστήριο για μια υπόθεση κλοπής για την οποία είχε κατηγορηθεί από μια γυναίκα και, όπως δήλωσε ο δικηγόρος του, βρίσκεται πλέον σε δομή. Ο συνήγορος υπεράσπισής του Αλέξης Κούγιας αποκάλυψε πως ο γνωστός ηθοποιός και πρώην μοντέλο προσπαθεί να βελτιώσει την ψυχική του υγεία.

«Ο Ερρίκος Πετιλόν είναι σε μια δομή γιατί αποφάσισε να ξεκαθαρίσει όλες αυτές τις ερινύες που έχει γενικότερα στο μυαλό του. Αυτό είναι υπέροχο και δύσκολο -και στην ηλικία που βρίσκεται και στην καμπή που βρίσκεται-, να πάρεις αυτή την απόφαση και να κλειστείς σε μια δομή» ανέφερε χαρακτηριστικά. Να θυμίσουμε ότι ο Ερρίκος Πετιλόν είχε μιλήσει ανοιχτά στο παρελθόν για τα ψυχικά προβλήματα που αντιμετωπίζει και τον εθισμό του σε ουσίες.

 

Η απόπειρα αυτοκτονίας

Σε συνέντευξη που είχε δώσει τον περασμένο Ιούνιο, περιέγραψε τη δύσκολη καθημερινότητά του, συνεχίζοντας τη μάχη με τον εθισμό του σε ουσίες και παράλληλα με τις ψυχικές διαταραχές που τον ταλαιπωρούν χρόνια. «Θέλω να μπω σε έναν κλειστό χώρο, για ένα λογικό χρονικό διάστημα και όχι για πέντε χρόνια. Τα πράγματα είναι πολύ σοβαρά. Έχω υποβληθεί σε επέμβαση με μπαλονάκι, ζω μόνος μου και μπορεί ανά πάσα στιγμή να πάθω ανακοπή. Δεν μπορώ να κόψω αυτό το “πράγμα”, αν δεν μπω κάπου για βοήθεια. Είμαι γεννημένος με διπολική διαταραχή και παράλληλα υποφέρω και από εθισμό σε ουσίες» είχε πει.

Δεν έκρυψε ακόμα ότι έχει περάσει πολλές φορές από το μυαλό του η σκέψη να δώσει τέλος στη ζωή του: «Ναι, το έχω σκεφτεί και το έχω κάνει ούτως ή άλλως. Έχω πηδήξει από το δεύτερο όροφο. Δεν είναι πρώτη φορά. Το έχω κάνει και πριν από είκοσι χρόνια. Αυτό λοιπόν για να μην ξαναγίνει, πρέπει να μπω κάπου και να με βοηθήσουν. Μόνος μου δεν μπορώ, το σκέφτομαι συνεχώς, θα φύγω από τον τέταρτο».

Οι γυναίκες της ζωής του

Ο Ερρίκος Πετιλόν γεννήθηκε σε μια πολύ ευκατάστατη οικογένεια. Συγκεκριμένα, ο πατέρας του ασχολούνταν με το εμπόριο καλλυντικών και έμεναν στην Κηφισιά, ενώ είχαν σπίτι και στο Παρίσι. Ο πατέρας του τον πίεσε να εργαστεί στην οικογενειακή επιχείρηση, ωστόσο αυτό δεν ταίριαζε στον ίδιο. Όπως έχει πει στη βιογραφία του «Ποιος θα το πίστευε, ο Ερρίκος;», που έχει γράψει η Σοφία Στεκουλέα, ό,τι ήθελε, το είχε, και όποτε το ήθελε.

«Ανήλικος και φιγουράριζα σε διεθνή περιοδικά, αποκαλούσα τους σχεδιαστές-μύθους Ούγκο, Τζιάνι με τα μικρά τους κι εκείνοι με φώναζαν Ερρίκο. Η οικειότητα μεταξύ μας δεδομένη, αυτονόητη. Δεν καταλάβαινα το σημαντικό. Δεν ήξερα τι θα πει προτεραιότητες. Ό,τι ήθελα, όποτε το ήθελα! Και η φωνή μες στο κεφάλι μου ερχόταν ξανά και ξανά να μου θυμίζει: “Δεν ήθελες να γίνεις όλο αυτό. Δεν το πόθησες. Αλλιώς σε είχες φανταστεί”. Πάλευα να την κοιμίσω. Έπρεπε να την κοιμίσω. Στη δουλειά μου σώπαινε η φωνή. Ήταν γιατί ήμουν επαγγελματίας, κύριος και πάντα καθαρός, κι έπειτα, που βούλιαζα, που αφηνόμουν, πάλι στρίγκλιζε μες στο κεφάλι μου.

Ξόδευα το χρόνο μου σε πάρτι και γυναίκες, πνιγμένος στο αλκοόλ και στις ουσίες. Έπινα να φτιαχτώ για να διασκεδάσω, να παραμείνω η ψυχή της παρέας, να φαίνομαι χαρούμενος στα κλαμπ, να αντιμετωπίσω, να αρνηθώ -χωρίς κόστος επαγγελματικό- ανήθικες προτάσεις από άντρες, να χαλαρώσω σε αγκαλιές γυναικών που πριν από μία ώρα μού ήταν άγνωστες. Παραμυθιάστηκα με τα μεγαλεία, μέθυσα με την ελευθερία, ξελογιάστηκα με τη διασημότητα. “Ψεύτικα όλα. Βγες από το ψέμα”. Αγώνας να με διαχειριστώ» γράφει στο εισαγωγικό σημείωμα.

«Η ζωή μου ένα ατέλειωτο γλέντι. Μοναδικές μου έγνοιες: Σε ποια νυχτερινά μαγαζιά θα πάω; Σε ποια νησιά θα ταξιδέψω; Με ποια γυναίκα θα ξαπλώσω;» προσθέτει.

Αυτά τον απασχολούσαν. Και όταν πηγαίνει στη Μύκονο για πρώτη φορά, ερωτεύεται το νησί, τις παραλίες του και τις τουρίστριες που καταφθάνουν από τον Βορρά και την Αμερική.

Η πρώτη του σοβαρή σχέση ήταν με μια γυναίκα επτά χρόνια μεγαλύτερή του, δεσμευμένη. «Κόλλησε σαν τσίχλα στο μυαλό μου. Την ήθελα, την κέρδισα. Το καλοκαίρι, ζευγάρι οι δυο μας, ανοίξαμε πανιά για τη Μύκονο μαζί με την παρέα μας από το Κολωνάκι. Το πρωί στην παραλία και το βράδυ στα μπαρ» περιγράφει. Χώρισαν έπειτα από δύο χρόνια, γιατί όπως λέει: «Ήθελα κι άλλο, κάτι ακόμη».

Λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’70, η φωτογράφος Καλλιόπη εντοπίζει το γοητευτικό νεαρό στη Μύκονο και τον προσεγγίζει.

«Απλά ήρθαν οι κουβέντες μεταξύ μας και απλά μου έκανε πρόταση για φωτογράφιση στο ιταλικό περιοδικό όπου εργαζόταν ως φωτογράφος» αναφέρει στη βιογραφία του ο Ερρίκος Πετιλόν. Μόλις βγαίνει το τεύχος, τα πρακτορεία στην Ελλάδα πέφτουν πάνω στο γοητευτικό νεαρό, που δεν ακούει κανέναν πλέον. Έχει παρατήσει το σχολείο και γλεντάει χωρίς αύριο στην Κηφισιά και στο Κολωνάκι το χειμώνα. «Το καλοκαίρι» του 1979 «με βρήκε πάλι στο “νησί μου”, να πίνω παρέα με τον Τζιάνι Βερσάτσε. “Σε θέλω”, μου είπε, και έπειτα ήρθε και η πρόταση του Ούγκο Μπος».

Στα δεκαοκτώ του χρόνια πληρώνεται 7 εκατ. δραχμές για ένα πέρασμα σε ένα ντεφιλέ μόδας, ενώ από τη ζωή του περνάνε -αλλά δεν μένουν- πανέμορφες γυναίκες. Μένει όμως μια μόνιμη πλέον «ερωμένη», η κοκαΐνη, στην οποία εθίζεται. «Με τις ουσίες ζητούσα να μουδιάσω το μυαλό μου, το κορμί μου, τη φωνή μέσα μου: “Δεν είσαι αυτός, δεν ανήκεις εδώ. Φιγουρατζήδες. Δεν νοιάζονται για σένα”» αναφέρει.

 

Η Στεφανί του Μονακό

Ο Στιβ Ρούμπελ, ο ιδιοκτήτης του ήδη μυθικού «Studio 54», προσκαλεί τον Πετιλόν στη Νέα Υόρκη. Όταν φτάνει έξω από το κλαμπ, βλέπει εκατοντάδες ανθρώπους να στριμώχνονται γύρω από την είσοδο. «Πλησίασα βαδίζοντας αργά και δύο από τους δέκα πορτιέρηδες, προτού μιλήσω, έκαναν στην άκρη τον κόσμο να περάσω» γράφει ο Ερρίκος για την πρώτη του βραδιά εκεί.

«Στάθηκα και κοιτούσα τον άπλετο χώρο. Η κόκα έπεφτε από το ταβάνι και οι γυναίκες εμπρός μου, πλάι μου, γύρω μου χόρευαν φορώντας μόνο γόβες στιλέτο. Με οδήγησαν στο τραπέζι του Στιβ, χαιρετηθήκαμε και με έβαλε να καθίσω δίπλα του. Στο τραπέζι παρέα μας ο Αντι Γουόρχολ, ο Κάλβιν Κλάιν, η Γκρέις Τζόουνς, η Ελίζαμπεθ Τέιλορ, ο Μικ Τζάγκερ, ο Ροντ και η Αλάνα Στιούαρτ, ο Τζακ Νίκολσον, ο Ρίτσαρντ Γκιρ, ο Σιλβέστερ Σταλόνε, η Τζία Καράντζι, η Μπρουκ Σιλντς και η Νταϊάνα Ρος, ημίγυμνη, να τραγουδάει δίπλα μας» περιγράφει για τις στιγμές διασκέδασης, παρέα με το μισό Χόλιγουντ.

Ο Ερρίκος βρίσκει το χρόνο, μεταξύ επιδείξεων και πάρτι στο «Studio 54», να πεταχτεί στο σαλέ που διαθέτουν οι δικοί του στο Γκστάαντ για διακοπές λίγων ημερών, με καλεσμένους στην τριώροφη κατοικία τον Αλέν Ντελόν, τον Χέλμουτ Μπέργκερ και τον υιό Μιτεράν. Λίγους μήνες μετά, στο Παρίσι, όπου έχει εγκατασταθεί μόνιμα ο πατέρας του μετά το διαζύγιο με τη μητέρα του, γνωρίζει σε μια νυχτερινή έξοδο την ατίθαση τότε πριγκίπισσα Στεφανί του Μονακό.

«Ήθελα να την κατακτήσω. Ήταν εντελώς διαφορετική από τις γυναίκες που έως τώρα συναναστρεφόμουν. Όλα πάνω της ανέδιδαν ελευθερία. Τα βλέμματα όλα σ’ εκείνη και το δικό της σε εμένα» αναφέρει ο ίδιος.

Η πριγκίπισσα, γοητευμένη από την αύρα του, τον ακολουθεί στο σπίτι του από το πρώτο βράδυ, ενώ λίγο μετά η σχέση τους γίνεται γνωστή και το ζευγάρι την επιβεβαιώνει όταν ο Πετιλόν συνοδεύει τη Στεφανί στο Φεστιβάλ των Καννών. Η πριγκίπισσα τον καλεί στο Μονακό για να τον γνωρίσει η μητέρα της Γκρέις Κέλι, στην οποία μιλάει με ενθουσιασμό για τον Έλληνα φίλο της και το ειδύλλιό τους, που θα κρατήσει μόλις τρεις μήνες.

«Μία “καλησπέρα” δική μου, ένα “μείνε” δικό της και κύλησαν δύο χρόνια. Εκείνη σταρ κι εγώ είκοσι τριών χρόνων. Παρελθόν της, ο Τζέιμς Ντιν και ο Ζαν Πολ Μπελμοντό, κι εγώ μ’ ένα ερώτημα: Πώς αυτή η γυναίκα είναι μαζί μου; Απάντηση δεν έδωσα ποτέ». Με αυτή την εισαγωγή αρχίζει η περιγραφή της σχέσης του με την εκθαμβωτική Ούρσουλα Άντρες, η οποία άρχισε όταν την προσέγγισε για να τη γνωρίσει.

 

Οι 4.000.000 δραχμές σε κοστούμια

Περιγράφει διεξοδικά τις διαδρομές του εντός και εκτός συνόρων, τις υπερβολές όταν τα λεφτά έρρεαν. Όταν αγόρασε μαζί με τον Τάκη Ρόζα την «Αίγλη» στο Ζάππειο, πήγε στην μπουτίκ του Armani στο Κολωνάκι και είπε στις πωλήτριες «ένα απ’ όλα», εννοώντας κοστούμια, πουκάμισα και παπούτσια. Πλήρωσε 4 εκατ. δραχμές εκείνη την ημέρα.

Στην «Αίγλη» διαπίστωσε ότι ήταν πλέον εξαρτημένος από την κοκαΐνη. Άφησε τα κλειδιά στο συνέταιρό του και έφυγε στο Ισραήλ για να απεξαρτηθεί. Παντρεύτηκε και χώρισε δύο φορές. Απέκτησε ένα γιο. Μπήκε και βγήκε από ψυχιατρικές κλινικές, αλλά δεν ξέχασε ποτέ τα τελευταία λόγια της μητέρας του. Ήταν βράδυ 15 Αυγούστου 1995, έντεκα η ώρα, όταν άνοιξε τα μάτια της, τον κοίταξε και του είπε: «Ποιος θα το πίστευε; Ο Ερρίκος».

Όλα τα viral video εδώ.

Google News icon
Ακολουθήστε την ontime24 στο Google News!