Η Ευλαμπία Ρέβη στην Νότια Ιταλία με τον σύζυγό της: «Το πιο ουσιώδες ρεπορτάζ της ζωής μου»
Η Ευλαμπία Ρέβη και ο σύζυγός της βρίσκονται στην Νότια Ιταλία και απολαμβάνουν τις καλοκαιρινές τους διακοπές.
Στην κάτω Ιταλία υπάρχουν ελληνόφωνες περιοχές, με τους κατοίκους να μιλούν τη διάλεκτο «γκρίκο», κάτι ανάμεσα σε ελληνικά και ιταλικά.
Με την πάροδο του χρόνου και όπως αναφέρει και η δημοσιογράφος στην ανάρτησή της στο TikTok, προσπαθούν να μεταδώσουν τη διάλεκτο στους νεότερους για να μη «χαθούν».
Η ανάρτηση της δημοσιογράφου
Δεν ξέρω πώς να το περιγράψω αυτό το ταξίδι. Θα προσπαθήσω, γιατί αξίζει να μοιραστώ αυτή την εμπειρία. Στο χωριό Στερνατία μας περίμεναν με χαρά. Φτάνουμε και μας καλοδέχονται μια χούφτα Έλληνες. Μιλούν γκρίκο, τη διάλεκτο δηλαδή των Ελληνόφωνων της Κάτω Ιταλίας.
Μας λένε για την ιστορία τους, τη γλώσσα, τη ζωή τους. Μιλούν για την Ελλάδα και τα μάτια τους λάμπουν, το πρόσωπο τους ακτινοβολεί και η καρδιά τους χτυπά δυνατά, όπως μας λένε, γιατί είναι υπερήφανοι Έλληνες. Είναι εκείνοι οι λίγοι που έχουν μείνει πίσω, οι ελάχιστοι που μιλούν τα γκρίκο πια και που παλεύουν να μην ξεχαστεί η ταυτότητά τους…
Μετά τις συνεντεύξεις πάμε στην πλατεία και ακούμε: «Γειά χαρά!». Σύντομα αρκετός κόσμος μαζεύεται γύρω μας: μιλούν ελληνικά, μας αγκαλιάζουν σαν να είμαστε μέλη της οικογένειάς τους… Στη θέα τους δακρύζεις και νιώθεις δέος γι’ αυτόν τον πολιτισμό.
Προχωράμε πιο δίπλα, στο χωριό «Καλημέρα». Είναι πια νύχτα, ψάχνουμε για το Μουσείο Πολιτισμού Γκρίκο, ρωτάμε στα ιταλικά μια παρέα ηλικιωμένων στην πλατεία. Μας δίνουν οδηγίες και φεύγοντας ρωτάνε από πού ερχόμαστε. «Από την Ελλάδα», απαντώ. «Είμαι Πόντιος εγώ», λέει με χαμόγελο ένας από τους παππούδες…
Λίγα ελληνικά μιλά πια, το λέει με παράπονο και αναστενάζει. «Κε κάνομεν;» (Τι να κάνουμε…), σχολιάζει και εκεί λέμε μία γλυκόπικρη καληνύχτα. Το μουσείο δεν το προλάβαμε ανοιχτό, αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να φύγουμε αν δεν το επισκεφτούμε.
Το επόμενο πρωί μας υποδέχτηκε ο υπεύθυνος και μας ξενάγησε σε ένα «διαμάντι» ιστορίας πολλών αιώνων. Με το λευκό του μπαστούνι φώτισε πτυχές μιας ζωής που σε λίγα χρόνια θα σβήσει, τραγουδήσαμε, απαγγείλαμε ποιήματα και αποχαιρετήθηκαμε εγκάρδια.
Ξεχώρισα πολλά, αλλά τούτο μου έμεινε στα γκρίκο:
I glossama en ecchi na petheni
O pappumma viat mu leghi
Ti sta keru dicatu
Ti glossa ti eplatega
Ito viata to grecu…
Δηλαδή:
Η γλώσσα μου δεν αξίζει να πεθάνει
Ο παππούς μου πάντα μου λέγει
Ότι στους καιρούς τους δικούς του
Η γλώσσα που μιλούσαν
Ήτο πάντα η ελληνική…
Τι ζητούν; Έστω έναν δάσκαλο από την Ελλάδα να μην ξεχάσουν τα παιδιά τους τη γλώσσα τους, να μην χάσουν τις ρίζες τους με την πατρίδα…
*Το οδοιπορικό συνεχίζεται και είναι σίγουρα από τα πιο ουσιώδη ρεπορτάζ της ζωής μου».
@evlambiarevi Δεν ξέρω πώς να το περιγράψω αυτό το ταξίδι. Θα προσπαθήσω, γιατί αξίζει να μοιραστώ αυτή την εμπειρία. Στο χωριό Στερνατία μας περίμεναν με χαρά. Φτάνουμε και μας καλοδέχονται μια χούφτα Έλληνες. Μιλούν γκρίκο, τη διάλεκτο δηλαδή των Ελληνόφωνων της Κάτω Ιταλίας. Μας λένε για την ιστορία τους, τη γλώσσα, τη ζωή τους. Μιλούν για την Ελλάδα και τα μάτια τους λάμπουν, το πρόσωπο τους ακτινοβολεί και η καρδιά τους χτυπά δυνατά, όπως μας λένε, γιατί είναι υπερήφανοι Έλληνες. Είναι εκείνοι οι λίγοι που έχουν μείνει πίσω, οι ελάχιστοι που μιλούν τα γκρίκο πια και που παλεύουν να μην ξεχαστεί η ταυτότητά τους… Μετά τις συνεντεύξεις πάμε στην πλατεία και ακούμε: «Γειά χαρά!». Σύντομα αρκετός κόσμος μαζεύεται γύρω μας: μιλούν ελληνικά, μας αγκαλιάζουν σαν να είμαστε μέλη της οικογένειάς τους… Στη θέα τους δακρύζεις και νιώθεις δέος γι’ αυτόν τον πολιτισμό. Προχωράμε πιο δίπλα, στο χωριό «Καλημέρα». Είναι πια νύχτα, ψάχνουμε για το Μουσείο Πολιτισμού Γκρίκο, ρωτάμε στα ιταλικά μια παρέα ηλικιωμένων στην πλατεία. Μας δίνουν οδηγίες και φεύγοντας ρωτάνε από πού ερχόμαστε. «Από την Ελλάδα», απαντώ. «Είμαι Πόντιος εγώ», λέει με χαμόγελο ένας από τους παππούδες… Λίγα ελληνικά μιλά πια, το λέει με παράπονο και αναστενάζει. «Κε κάνομεν;» (Τι να κάνουμε…), σχολιάζει και εκεί λέμε μία γλυκόπικρη καληνύχτα. Το μουσείο δεν το προλάβαμε ανοιχτό, αλλά δεν υπήρχε περίπτωση να φύγουμε αν δεν το επισκεφτούμε. Το επόμενο πρωί μας υποδέχτηκε ο υπεύθυνος και μας ξενάγησε σε ένα «διαμάντι» ιστορίας πολλών αιώνων. Με το λευκό του μπαστούνι φώτισε πτυχές μιας ζωής που σε λίγα χρόνια θα σβήσει, τραγουδήσαμε, απαγγείλαμε ποιήματα και αποχαιρετήθηκαμε εγκάρδια. Ξεχώρισα πολλά, αλλά τούτο μου έμεινε στα γκρίκο: I glossama en ecchi na petheni O pappumma viat mu leghi Ti sta keru dicatu Ti glossa ti eplatega Ito viata to grecu… Δηλαδή: Η γλώσσα μου δεν αξίζει να πεθάνει Ο παππούς μου πάντα μου λέγει Ότι στους καιρούς τους δικούς του Η γλώσσα που μιλούσαν Ήτο πάντα η ελληνική… Τι ζητούν; Έστω έναν δάσκαλο από την Ελλάδα να μην ξεχάσουν τα παιδιά τους τη γλώσσα τους, να μην χάσουν τις ρίζες τους με την πατρίδα… *Το οδοιπορικό συνεχίζεται και είναι σίγουρα από τα πιο ουσιώδη ρεπορτάζ της ζωής μου. 💙@Σωτήρης Σκουλούδης ♬ πρωτότυπος ήχος – Ευλαμπία Ρέβη