Η Μαρία Εκμεκτσίογλου άφησε την Κωνσταντινούπολη και άνοιξε μαγαζί σε απομονωμένο νησί
Η Μαρία Εκμεκτσιόγλου παραχώρησε συνέντευξη στο περιοδικό Gala. Η αγαπημένη τηλεοπτική μαγείρισσα από την Πόλη που μοιράζει τη ζωή της ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία μιλάει για την επιτυχημένη επαγγελματική διαδρομή της μέχρι σήμερα αλλά και το νέο εστιατόριο-ησυχαστήριο που δημιούργησε σε ένα μικρό νησί…
Πρόκειται για ένα ονειρικό νησάκι, το Σεβαλιέ, απέναντι από το παραλιακό Φετιγιέ της Τουρκίας, όπου έχει δημιουργήσει το εστιατόριο «Mayikas». Η απόφασή της να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη και να βρεθεί στα παράλια της Τουρκίας ήταν σχεδόν καρμική, αφού ήρθε έπειτα από την απώλεια δύο πολύ αγαπημένων της ανθρώπων.
Η Μαρία Εκμεκτσίογλου θεωρεί πως τόσο στην επαγγελματική όσο και στην προσωπική διαδρομή της, η μοίρα τη δοκιμάζει σε όσα έχει τη δύναμη να αντιμετωπίσει.
GALA: Ύστερα από 25 χρόνια στον χώρο της εστίασης και τη δημιουργία 20 εστιατορίων, βρίσκεσαι πλέον στο Φετιγιέ. Τι σ’ έκανε να πάρεις αυτή την επενδυτική απόφαση;
ΜΑΡΙΑ ΕΚΜΕΚΤΣΙΟΓΛΟΥ: Ήταν κάρμα. Ήθελα ένα ησυχαστήριο, διότι τα τελευταία 25 χρόνια της ζωής μου πέρασαν πολύ έντονα. Με όμορφες, αλλά και δύσκολες στιγμές. Με ένα διαζύγιο και θανάτους. Για μένα η επιτυχία, και μάλιστα μεγάλη, ήρθε με τα εστιατόρια. Είχα ανάγκη όμως εκτός από την επαγγελματική επιτυχία και την προσωπική ευτυχία. Μέχρι τότε μόνο έδινα στους άλλους. Ήθελα να κάνω ευτυχισμένους τους γύρω μου. Δεν καταλάβαινε κανείς τι περνάω. Κάποια στιγμή φέτος τον χειμώνα, δύο θάνατοι αγαπημένων μου προσώπων με ταρακούνησαν συθέμελα κι έγιναν η αφορμή για να πω: «Μαρία, είναι πλέον καιρός να δώσεις αγάπη στον εαυτό σου». Αποφάσισα να πάω σε έναν τόπο όπου θα ξυπνάω με το θρόισμα των φύλλων από τα δέντρα, κάτω από τη σκιά ενός βουνού και με τον ήχο των κυμάτων που σκάνε πάνω στα βράχια. Έτσι πήρα την απόφαση να μεταφέρω το εστιατόριό μου στην περιοχή του Φετιγιέ, το οποίο αγάπησα όταν το επισκεφθήκαμε πριν από 15 χρόνια με σκάφος και αράξαμε στα νερά του για μεγάλο χρονικό διάστημα. Είναι μια παρθένα περιοχή, που μου δίνει ενέργεια. Αποφάσισα να στήσω το εστιατόριό μου σε ένα νησάκι απέναντι, που δεν έχει ούτε δρόμο. Μόνο μοναπάτια. Ήρθα εδώ, στη μύτη του νησιού, μαζί με τον γιο μου τον Πασχάλη, που αγάπησε επίσης πολύ το μέρος.
G.: Αναφέρθηκες προηγουμένως στο «κάρμα»…
Μ.Ε.: Πιστεύω πολύ στον Θεό και πάντα στις αποφάσεις μου με έχει οδηγήσει αυτή η ανώτερη δύναμη. Όποιο βήμα κι αν έκανα στη ζωή μου στέφθηκε με επιτυχία. Κι αυτό οφείλεται πρωτίστως στην πίστη μου σε Εκείνον και στη συνέχεια στη δύναμη που έχω μέσα μου ότι μπορώ να καταφέρω ακόμη και τα ακατόρθωτα. Θεωρώ λοιπόν ότι ήταν καρμικό να έρθω σε αυτό το νησί που πριν από κάποια χρόνια δεν ήξερα καν ότι υπάρχει. Αυτός ο τόπος με κάλεσε. Όταν ήρθα σε αυτή τη «μύτη» του νησιού, έμοιαζε εγκαταλειμμένος. Τα ελαιόδεντρα ήταν νεκρά και μέσα σε αυτά τα δυόμισι χρόνια τα ζωντάνεψα. Τα αγκάλιασα, τους μίλησα, τους έβαλα μουσική. Έχω συκιές, μουριές, ερικιές (σ.σ.: κορομηλιές). Έχω κάνει μποστάνια με ντοματιές, αγγουριές, μελιτζάνες, πιπεριές. Έχω φυτέψει ακόμη και καρπούζια.
C.: Και στην επαγγελματική σου διαδρομή και στην προσωπική σου ζωή υπήρξες μαχήτρια.
Μ.Ε. Έχω ένα «πιστεύω»; η ζωή δεν θα με πάρει ποτέ κάτω από τα πόδια της. Πολλές φορές λέω στους μάγειρές μου που φοβούνται μην τους χαλάσει το ζυμάρι: «Εσύ είσαι το αφεντικό του. Δεν θα φοβάσαι εσύ το ζυμάρι. Το ζυμάρι θα φοβάται εσένα».