Ο ΤΑΖ ΜΕΤΡΑΕΙ 14 ΧΡΟΝΙΑ ΧΩΡΙΣ ΤΗ ΜΑΛΒΙΝΑ, ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΝΙΚΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΙΔΗ
Συνήθως, εδώ και χρόνια, στις 7 Ιουνίου, δεν μιλάω κανονικά όμως. Δεν πάω στη δουλειά μου, δεν θέλω να δω ανθρώπους, και κάποιους αγαπημένους, δεν τολμάω να τους πάρω τηλέφωνο γιατί ξέρω πως πονάει. Κάποιες φορές γράφω απλά μερικές λέξεις, για βράδια αξημέρωτα σαν βγαλμένα από παραμύθι, παρέα με μια γυναίκα ορκισμένη να μάθει στις καλόγριες τη σωστή κουπ σε κοντά μαλλιά, την πολιτικoθρησκευτική διάσταση του Κάμα Σούτρα και να τους δώσει συμβουλές για πιο μεσάτο ράσο με πουτανιά στη φόδρα. Οι αποσκευές μου, οι αναμνήσεις μιας ζωής που όσο περνάει ο καιρός αρχίζω να νομίζω πως δεν την έζησα μαζί της, ότι είμαι μυθομανής και την κατασκεύασα. Αυτή τη φορά, Μαλβίνα μου, αιχμηρά βελούδινε μου γρανίτη φτιαγμένο από τις ανάσες της φυλής των ανθρώπων και σοκολάτα φράουλα, θα ακουστεί σαν κακόγουστο αστείο αλλά πρέπει να πω για και σε έναν άλλο φίλο. Του Αγίου Πνεύματος σε ένα μυστικό και τρυφερά αμείλικτο προσωπικό ημερολόγιο και του οινοπνεύματος, και του αγγείου πνεύματος, όπως θες. Συγγνώμη για αυτή τη μοιρασιά. Κανείς από τους τρεις μας δεν θα ήθελε να έχει συμβεί.
Ο Νίκος Τριανταφυλλίδης που χτες σε ζήλεψε με βιασύνη, δεν ήταν απλά ο γιος του Χάρι Κλιν. Ήταν ο γιος του αντιπνεύματος και της γνήσιας ροκιάς, αυτής που πάει από τους Bauhaus στον Μενιδιάτη, γιος μιας άλλης εποχής. Ένας ιπποτικός αλήτης με μεγάλες μελαγχολίες και μεγάλες ευθυμίες. Κάποιοι θα πουν αυτοκαταστροφικός. Μια μίζερη λέξη που τη χρησιμοποιεί το πλήθος για όποιον είναι τόσο παράφορα ερωτευμένος με τη ζωή, που τσεκάρει συνεχώς τα όρια της και την ελαστικότητά τους, χωρίς να τσεκάρει το σπάσιμο του σκοινιού. Ένας πραγματικός πότης της ζωής που ακόμα και στα πιο μεγάλα φεύγα του, αν κοιτούσες τη ζωή από τη δική του οπτική γωνία, δε γινόταν να μη τη δεις σαν σινεμά. Μελόδραμα και σαρκαστική πικροκωμωδία και σουρεαλισμός και ο Ερωτόκριτος σαν τσόντα ή το ανάποδο. Ένας τσολιάς που χορεύει βαλσάκι μιξαρισμένο με τσάμικο. Η μικρή φιλμογραφία του, δεν ανήκει σε αυτή τη χώρα. Ανήκει στον παροξυσμό μιας Αλίκης με γλειφιτζούρι στη χώρα των αγαπημένων τραυμάτων και των τρυφερά φονικών θραυσμάτων. Το βροντερό του γέλιο και η πληθωρική του παρουσία, ήταν η κουρτίνα του αγαπημένου του ηλεκτροφόρου καμπαρέ. Ο Νίκος, δεν ταξίδεψε όπως λέει αυτό το χυδαίο κλισέ, στη γειτονιά των αγγέλων. Τέτοιες κρουαζιέρες κάνουν μόνο οι γέροι και οι κουρασμένοι. Στα 49 του χρόνια και σε φόρμα δημιουργικότητας, έφυγε μετά την τελευταία του νεονουάρ ταινία με τίτλο “Οι Αισθηματίες”, ακριβώς την ίδια μέρα που πριν από χρόνια έφυγε η Μαλβίνα.
Μια από τις μεγαλύτερες αισθηματίες που ποτέ δε θα καταδεχόταν να πάει κρουαζιέρα. Μόνο με κανό στον Αμαζόνιο, να κινδυνεύει το κανό να τουμπάρει, γύρω να κολυμπάνε κροκόδειλοι, ιθαγενείς να πετάνε τόξα στη βάρκα κι εκείνη, βαμμένη και ντυμένη με σικάτο μαύρο και μια πέρλα στο λαιμό, να καπνίζει πίνοντας κοκτέιλ με αμπσέντι και βάζοντας στο γραμμόφωνο δίσκους με λαϊκές λιβανέζικες ψαλμωδίες της Φεϊρούζ. Εύχομαι εκεί να βρεθεί κι ο Νίκος, να του πει το Μαλβινάκι “χαλάρωσε, βάλε ένα ποτό, εδώ στην εσχατιά του κόσμου που βρεθήκαμε, θα βρούμε κανένα κομμωτήριο της προκοπής;” Εύχομαι ο Αμαζόνιος να μην τελειώνει πουθενά.